-
1 σιδηροχαλκος
-
2 αιμοδιψος
-
3 τομη
дор. τομά (ᾱ) ἥ [τέμνω]1) отрезок, пень Hom., Soph.2) (отрезанный) конец, крайδοκοὺς ἀρτήσαντες ἁλύσεσι ἀπὸ τῆς τομῆς ἑκατέρωθεν Thuc. — подвесив балки цепями, (укрепленными) на обоих концах
3) место отреза Plat., Arst.τομῇ προσθεῖναί τι Aesch. — приложить что-л. к месту отреза
4) разрез(ание), рассечение, отсечение, отрубание, тж. мед. операцияκαύσει ἢ τομῇ χρῆσθαι Plat. — прибегать к прижиганию или к хирургической операции;
τ. ξύλου Soph. — распиливание дерева;σκυτῶν τ. Plat. — кройка кож, т.е. сапожное дело;λίθοι ἐν τομῇ ἐγγώνιοι Thuc. — пригнанные друг к другу под (прямым) углом камни5) удар или рана(σιδάρου Soph.; πελέκεως Eur.)
6) кастрация Luc.7) мат. сечение; (sc. κώνου) коническое сечение Arst.8) ( на теле насекомого) втяжка, перетяжка Arst.9) разделение, расколδεδεγμένη τομέν πόλις Plut. — подвергшееся распадению государство;
βαθυτάτην τομέν τέμνειν Plut. — вносить глубочайший раскол10) мат. деление(ἀριθμοῦ Plat.)
11) лог. деление, (рас)членение Arst.τομέν ἔχειν ἔν τινι Plat. — проводить разграничение в чем-л.
12) хирургический нож, скальпель(σιδηρόχαλκος τ. Luc.)
13) стих. цезура14) прорытие (sc. τοῦ Ἰσθμοῦ Luc.)
См. также в других словарях:
σιδηρόχαλκος — ο / σιδηρόχαλκος, ον, ΝΑ νεοελλ. κράμα από σίδηρο και χαλκό αρχ. αυτός που αποτελείται από σίδηρο και χαλκό. [ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο * + χαλκός] … Dictionary of Greek
σιδηρόχαλκον — σιδηρόχαλκος of iron and copper masc/fem acc sg σιδηρόχαλκος of iron and copper neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σιδηροχάλκου — σιδηρόχαλκος of iron and copper masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σιδηρο- — ΝΑ, και σιδερο Ν Ι. α συνθετικό πολλών λέξεων τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην λ. σίδηρος* / σίδερο. Οι λέξεις αυτές δηλώνουν ονόματα, ενέργειες ή καταστάσεις που σχετίζονται με τον σίδηρο (πρβλ. σιδηρo βόρος,… … Dictionary of Greek
χαλκός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cu· ανήκει στην πρώτη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 29, ατομικό βάρος 63,54, δύο σταθερά ισότοπα (Cu63 και Cu65) και 9 ραδιενεργά, από αριθμό μάζας 58 έως 68.… … Dictionary of Greek