Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(καπέτοιο

См. также в других словарях:

  • Καπέτοιο — Κάπετος ditch masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καπέτοιο — κάπετος ditch fem gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κάπετος — κάπετος, ἡ (Α) 1. τάφρος, χαντάκι («ὄχθας καπέτοιο βαθείης», Ομ. Ιλ.) 2. τάφος («ἐς κοίλην κάπετον θέσαν», Ομ. Ιλ.) 3. αυλακοειδής οπή για εισδοχή μοχλού 4. σπαπάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. Παράλλ. τ. τού σκάπετος (< σκάπτω), με αποβολή τού αρκτικού σ ] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»