-
1 βουλη
дор. βουλά и βωλά, эол. βόλλα ἥ1) воля, желание, решение, замысел(Διὸς ἐτελείετο β. Hom.)
2) мнение, намерение(τούτοις οὐκ ἔστι κοινέ β. Plat.)
3) совет, наставление(ἀγαθή Hom.; ὀρθότης βουλῆς Arst.)
λαβεῖν τι βουλαῖς τινος Soph. — достигнуть чего-л. благодаря чьим-л. советам4) размышление, обсуждение(περί и ὑπέρ τινος Plat., Dem.)
ἐν βουλῇ ἔχειν τι Hom. — обсуждать что-л.;βουλέν διδόναι Her. — обдумывать, Xen. давать время на размышление5) совещание, совет, совещательный орган(γερόντων Hom.; βουλέν καταρρίψαι Aesch.; ἥ ἐν Ἐπιοάμνῳ β. Arst.)
6) ( в Афинах)(тж. ἥ β. τῶν πεντακοσίων Arst. или ἥ β. οἱ πεντακόσιοι Aeschin.) Совет Пятисот, буле, государственный совет ( решения которого должно было утверждать народное собрание - ἐκκλησία или δῆμος)
βουλῆς εἶναι Thuc. — быть членом Совета Пятисот7) (преимущ. ἥ ἐν Ἀρείῳ πάγῳ β. Xen., Aeschin., Arst., Plut., тж. ἥ ἄνω β. Plut.) Ареопаг, высшее судилище ( в Афинах),8) поздн. (в Риме, тж. σύγκλητος) сенат -
2 γερας
1) почетный дар (о лучшей части добычи, преподносившейся предводителям до общего дележа) Hom., Plut.2) жертвенное подношение, жертва Hom.3) дар, подарок, награда Hom., Plat.4) преимущественное право, особая почесть(γερόντων Hom.; τὰ τῶν προγόνων и τῶν βασιλέων γέρεα Her.)
ἐπὴ ῥητοῖς γέρασι Thuc. — с точно определенными привилегиями;τὸ γ. θανόντων Hom. — последние почести умершим;θεῶν γέρα συλῶν Aesch. — отняв у богов права -
3 ιζω
(impf. эп. iter. ἵζεσκον; fut. и aor. только поздн.)1) тж. med. садиться(ἐπὴ θρόνου, ἐς θρόνον Hom.; ἐς τὰ πρόθυρα τῶν οἰκίων, ἐπὴ τὸ δεῖπνον Her.)
ἵζε, πέπον Hom. — садись, голубчик;ἵζευ ἐμεῖο Hom. — сядь со мною;μέ ἵζου κρήνας Eur. — не садись (отдыхать) у источников;μερμήριζε, ἢ Διὸς ποτὴ βωμὸν ἵζοιτο Hom. — (Фемий) обдумывал, не сесть ли (т.е. не искать ли ему защиты) у алтаря Зевса;2) сидеть(ἐπ΄ ἄκριας Hom.; ἐπὴ πηδαλίῳ Eur.)
ὅ θρόνος, ἐς τὸν ἵζων ἐδίκαζε Her. — кресло, сидя в котором ( или садясь в которое Сисамн) творил суд3) сажать(τινὰ ἐς θρόνον Hom.; τινὰ ἐν θρόνοις Aesch.)
4) (о совете, совещании) собирать, созывать, устраивать(βουλέν γερόντων Hom.)
5) тж. med. садиться в засаду, залечь(ἵζεσθαι ἐν ποταμῷ Hom.)
ἵ. κλωπικὰς ἕδρας Eur. — залечь в засаду, притаиться6) med. ( об армии) располагаться, размещаться, занимать позиции(ἐν τῷ Ἰσθμῷ и ἐς τὸν Ἰσθμόν Her.)
7) тж. med. опускаться, погружаться(ἵ. εἰς ὀχετὸν ἄτας Pind.)
ἥ νῆσος ἱζομένη Plat. — осевший (на дно океана) остров (Атлантида) -
4 ισοψηφος
21) имеющий равное право голоса, равноправный(πόλις Eur.; σύμμαχοι Thuc.; πολῖται Plut.)
τέν γερόντων δύναμιν ἰσόψηφον τῇ τῶν βασιλέων ποιεῖν δυνάμει Plat. — сделать власть геронтов (старейшин) равной власти царей2) имеющий равное число голосовἰ. κριθῆναι Aesch. — получить (по жребию) половину голосов (в свою пользу);
ἰ. δίκη Aesch. — разделившиеся пополам голоса судей3) (о словах, буквы которых в числовом их выражении складываются) равный по числовому достоинству Anth. (напр., κήλη и ζημία = по 66, Δαμαγόραν и λοιμόν по 270) -
5 λεσχη
дор. λέσχα ἥ1) заезжий дом, постоялый двор Hom., Hes.2) лесха, место совещаний, помещение для собраний (в Спарте, Дельфах и др.) Plut., Luc.3) собрание, совещание(γερόντων Soph.)
4) разговор, беседаγενομένης λέσχης … Her. — когда речь (за)шла …;λόγον εἴ τινα ἴσχεις πρὸς ἐμὰν λέσχαν Soph. — если ты имеешь что-л. сообщить мне;ἐν λέσχῃ Anth. — в беседе, беседуя -
6 συγκλητος
I2созванный(γερόντων λέσχη Soph.)
σ. ἐκκλησία Dem. — чрезвычайное народное собраниеIIἥ (sc. ἐκκλησία или βουλή)2) ( в Риме) сенатοἱ ἐκ τῆς συγκλήτου Polyb. — сенаторы;
τὸ τῆς συγκλήτου δόγμα Polyb. (лат. senatus consultum) — сенатское постановление
См. также в других словарях:
Γερόντων — Γέρων old man masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γερόντων — γέρων old man masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καθέδρα των Γερόντων — Συλλογικό όργανο της μοναστικής κοινότητας του Αγίου Όρους, στις αρχές της ύπαρξής της, που είχε έδρα στον Άθω κοντά στη διώρυγα του Ξέρξη. Έργο του ήταν η αντιμετώπιση των προβλημάτων που απασχολούσαν τα πρώτα μικρά μοναστήρια του Άθω. Βλ. λ.… … Dictionary of Greek
γερουσία — Συνέδριο γερόντων, συνήθως αριστοκρατικής καταγωγής, που συσκέπτονται για τα κοινά ως πολιτικό σώμα. Ο θεσμός της γ. είναι πολύ παλιός και η πρώτη γνωστή σε μας γ. ήταν οι γέροντες στα προομηρικά και ομηρικά χρόνια που συμβούλευαν τον άνακτα και… … Dictionary of Greek
PRESBYTER — I. PRESBYTER Hebr. Zeken, i. e. Senior, nomen titulusque eminentioribus olim, adeoque Praefectis Iuridicis Israelitarum, iam per intervallum Legis dationem in Sinai antevertens, tribui solitus et quidem his inprimis, uti vidimus supra, voce Iudex … Hofmann J. Lexicon universale
ίζω — ἵζω και δωρ. τ. ἵσδω (Α) (μόνο στους ποιητές και στους μτγν. πεζογράφους οι Αττικοί πεζογράφοι χρησιμοποιούν το καθίζω) 1. (μτβ.) βάζω κάποιον να καθίσει, καθίζω («ἐς θρόνον ἵζε», Ομ. Ιλ. 2. ιδρύω («βουλήν... ἷζε γερόντων» συγκρότησε, ίδρυσε… … Dictionary of Greek
γέρας — το (AM γέρας) 1. αριστείο, βραβείο, έπαθλο αρχ. 1. (για νεκρούς) η επιθανάτια τιμή 2. προνόμιο ή δικαίωμα που παρέχεται σε βασιλείς ή ευγενείς 3. δώρο 4. η αμοιβή που έπαιρναν οι ιερείς στις θυσίες ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. Λ. ήδη ομηρική, ίσως δε και… … Dictionary of Greek
γεροκόμιο — και γεροκόμι, το [γεροκομώ] 1. η περιποίηση τών γερόντων 2. η περιποίηση ασθενών γερόντων … Dictionary of Greek
Άγιον Όρος ή Άθως — Πολιτεία μοναχών (2.262 κάτ.) που άνθησε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους. Το Ά.Ό. είναι βουνό με άφθονα δάση (2.033 μ.), στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της Χαλκιδικής, από το οποίο ονομάστηκε έτσι και η χερσόνησος (332,5 τ. χλμ.).… … Dictionary of Greek
Michalis Travlos — (Greek: Μιχάλης Τραυλός) was born in 1950 in Piraeus, Greece. He started his musical studies at Athens National Conservatory in 1970 with Professor Michalis Vourtsis. In 1975, he was accepted to the Hochschule das Künste Berlin, where he studied… … Wikipedia
Patericon — or paterikon ( el. πατεριχόν), a short form for πατεριχόν βιβλίον ( father s book ) is a genre of Byzantine literature of religious character, which were collections of sayings of saints, martyrs and hierarchs, and tales about them.Among the… … Wikipedia