Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐπιθύμημα

См. также в других словарях:

  • επιθύμημα — ἐπιθύμημα, τὸ (Α) [επιθυμώ] 1. το αντικείμενο επιθυμίας, επιθυμητό, ποθητό πράγμα («πάντων ανθρώπων ἐστί κοινόν ἐπιθύμημα ἕν τι», Πλάτ.) 2. επιθυμία, πόθος …   Dictionary of Greek

  • ἐπιθύμημα — ἐπιθύ̱μημα , ἐπιθύμημα object of desire neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθυμημάτων — ἐπιθῡμημάτων , ἐπιθύμημα object of desire neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθυμήμασι — ἐπιθῡμήμασι , ἐπιθύμημα object of desire neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθυμήμασιν — ἐπιθῡμήμασιν , ἐπιθύμημα object of desire neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθυμήματα — ἐπιθῡμήματα , ἐπιθύμημα object of desire neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθυμήματος — ἐπιθῡμήματος , ἐπιθύμημα object of desire neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»