Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἀκτορίωνε

См. также в других словарях:

  • Ἀκτορίωνε — Ἀκτορίων masc nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ακτορίωνες — Μυθολογικά πρόσωπα. Οι δίδυμοι Εύρυτος και Κτέατος, γιοι του Άκτορα και της Μολιόνης ή του Ποσειδώνα και της Μολιόνης. Γεννήθηκαν σε ασημένιο αβγό και ήταν κολλημένοι ο ένας με τον άλλο. Στην Ιλιάδα, ο Νέστορας διηγείται τους άθλους τους,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»