Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀντιβίην

См. также в других словарях:

  • αντιβίην — ἀντιβίην (Α) [ἀντίβιος] κατά πρόσωπο, ως ίσος προς ίσον …   Dictionary of Greek

  • ἀντιβίην — ἀντίβιος opposing force to force fem acc sg (epic ionic) ἀντιβίην against indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αντίβιος — ἀντίβιος, ία, ον, θηλ. και ος (Α) [βία] 1. αυτός που αντιτάσσει βία στη βία 2. εχθρικός 3. (το ουδ. ως επίρρ.) ἀντίβιον αντιβίην* …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»