Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἀνθῶν

См. также в других словарях:

  • Ανθών — Με τον τίτλο αυτό εκδόθηκε από τον Ιωάννη Τσακασιάνο στη Ζάκυνθο δεκαπενθήμερο περιοδικό ποικίλης εγκυκλοπαιδικής και οικογενειακής ύλης (1889 90). Αναφέρονται επίσης άλλα δύο περιοδικά, με τίτλους Ζακύνθιος Α. (1874 78) και Α. Ποιητικός (1886… …   Dictionary of Greek

  • Ανθών(ας) — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ., 179 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Σκιαδοβουνίου κοντά στον ποταμό Λάδωνα. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πηνείας …   Dictionary of Greek

  • Ἀνθῶν — Ἄνθης masc gen pl Ἀνθάς masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθῶν — ἄνθη full bloom fem gen pl ἄνθος blossom neut gen pl (attic epic doric) ἀνθέω blossom pres part act masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἄνθων — Ἄνθος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βιολέτα — (violla).Κοινή ονομασία της καλλιεργούμενης ποικιλίας του φυτικού είδους ματθιόλα η πολιά της οικογένειας των σταυρανθών. Έχει βλαστό διακλαδιζόμενο, με τη βάση αποξυλωμένη, ύψος 30 60 εκ., φύλλα επαλλάσσοντα, προμήκη, χνουδωτά, άνθη κόκκινα,… …   Dictionary of Greek

  • κρυπτόγαμα — Όρος που αποδίδεται σε φυτά που αναπαράγονται με σπόρια και όχι με σπέρματα. Ο όρος εμφανίστηκε κατά τον 19ο αι., για να χαρακτηρίσει φυτά των οποίων τα όργανα αναπαραγωγής δεν ήταν εμφανή, σε αντίθεση με τα φυτά που παράγουν σπέρματα, όπου η… …   Dictionary of Greek

  • ανθομανία — Ανώμαλη και υπερβολική αύξηση του αριθμού ή του μεγέθους των ανθών ή ταξιανθιών, που συγκαταλέγεται μεταξύ των περιπτώσεων τερατομορφισμού των φυτών. Η α. συνίσταται στην παραγωγή μεγάλου αριθμού ανθών, συνήθως πιο μικρών από τα κανονικά, κατά… …   Dictionary of Greek

  • έντομα — Ζώα ασπόνδυλα που αποτελούν ομοταξία των αρθροπόδων. Περίπου από το ένα εκατομμύριο ζωικών ειδών, που είναι σήμερα γνωστά και έχουν ταξινομηθεί, γύρω στα 750.000 είναι έ., από τα οποία τα 300.000 είναι κολεόπτερα και τα 150.000 λεπιδόπτερα. Το… …   Dictionary of Greek

  • Новогреческая литература — Под этим названием разумеется литература греческого народа за время от взятия Константинополя турками в 1453 г. до наших дней. История ее распадается на три периода, из которых первый обнимает два с половиной века до начала XVIII стол. (период… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • VESPA — I. VESPA Hebr. Gap desc: Hebrew communi cum crabrone nomine, quod mire pressa et constricta utrumque habet ilia, vespa inprimis, Graece σφὴξ dicitur, sicut crabro, qui vespâ maior atque alvô minus gracili, ἀνθρήνη; quam vis, fere promiscue… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»