Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ψυχρά

См. также в других словарях:

  • ψύχρα — ψύχρᾱ , ψύχρα cold fem nom/voc/acc dual ψύχρᾱ , ψύχρα cold fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψύχρα — η ψύχος, ψυχρός καιρός, κρύο: Κάνει πολλή ψύχρα έξω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψυχρά — Ν επίρρ. βλ. ψυχρός …   Dictionary of Greek

  • ψύχρα — η, ΝΜΑ ψυχρός καιρός, κρύο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχρός (πρβλ. ζέστη < ζεστός)] …   Dictionary of Greek

  • ψυχρᾷ — ψῡχρᾷ , ψυχρός cold fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψυχρά — ψῡχρά , ψυχρός cold neut nom/voc/acc pl ψῡχρά̱ , ψυχρός cold fem nom/voc/acc dual ψῡχρά̱ , ψυχρός cold fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψύχρας — ψύχρᾱς , ψύχρα cold fem acc pl ψύχρᾱς , ψύχρα cold fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψυχρᾶν — ψύχρα cold fem gen pl (doric aeolic) ψῡχρᾶν , ψυχρός cold masc/fem gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψυχρῶν — ψύχρα cold fem gen pl ψῡχρῶν , ψυχρός cold fem gen pl ψῡχρῶν , ψυχρός cold masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ρεύματα θαλάσσια — Συνεχείς και με σταθερή διεύθυνση μετατοπίσεις μαζών νερού στους ωκεανούς· μπορούν να είναι οριζόντιες κινήσεις (είτε στην επιφάνεια είτε σε βάθος) ή κάθετες (με ανυψώσεις και καταβυθίσεις των μαζών νερού) και να παρουσιάζουν διεύθυνση, πλάτος,… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Psi — Psi Inhaltsverzeichnis 1 ψαλμὸς τῷ Δαυιδ 2 ψηλαφεῖν ἐν τῷ σκότῳ …   Deutsch Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»