Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ψευδόμενος

См. также в других словарях:

  • ψευδόμενος — ψεύδω cheat by lies pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Philétas — Pour les articles homonymes, voir Philétas (homonymie). Philétas …   Wikipédia en Français

  • ЕВБУЛИД —     ЕВБУЛИД (Εὐβουλίδης) из Милета (4 в. до н. э.), философ мегарик, получивший известность благодаря формулировке ряда логических парадоксов («диалектических задач», διαλεκτικοὶ λόγοι): «Лжец», «Куча», «Спрятанный», «Покрытый», «Электра»,… …   Античная философия

  • ναικισσήρεις — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «τινὲς δὲ φασι ναικισσήρεις λέγεσθαι ἐπὶ τοῡ ἐμφαίνοντος ὁμολογεῑν καὶ μὴ ὁμολογοῡντος ἐπὶ τῶν κατεψευσμένων ἡ λέξις». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για σύνθ. λ. με α συνθετικό ναικι (< ναίχι*), πρβλ. ναικισσορεύω. Ωστόσο, οι τ …   Dictionary of Greek

  • ψεύδομαι — ΝΜΑ, και μτγν. τ. ενεργ. ψεύδω Α 1. παραποιώ την αλήθεια, αναφέρω ανυπόστατα πράγματα, λέω ψέματα (α. «πάντοτε την αλήθειαν ομιλούντες πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους», Καβάφ. β. «καὶ πίστευσον, οὐ ψεύδομαι, μεγάλως ἀληθεύω», Πρόδρ. γ. «οὐ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»