Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

χειρότερα

  • 1 χειρότερα

    1. επίρρ. хуже;

    είμαι χειρότερα — мне хуже, я чувствую себя хуже;

    όλο και χειρότερα — всё хуже и хуже;

    συμβαίνουν και χειρότερα — бывает хуже;

    2. (τα) см. χειρότερο[ν];

    § μη χειρότερα! — не дай боже!

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > χειρότερα

  • 2 χειρότερο(ν)

    το 1. худшее;

    ο άρρωστος πάει στο χειρότερο(ν) — больному всё хуже и хуже;

    τόσο το χειρότερο(ν) — тем х;

    уже;

    τό χειρότερο(ν)

    хуже всего, самое худшее;

    τό χειρότερο(ν) απ' όλα είναι ότι... — хуже всего то, что...;

    2. επίρρ. см. χειρότερα;

    § ΰποιος δε 'δεί τα χειρότερα δε θυμ,άται τα καλύτερα — посл, тот, кто не изведал плохого, не оценит и хорошее

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > χειρότερο(ν)

  • 3 χειρότερο(ν)

    το 1. худшее;

    ο άρρωστος πάει στο χειρότερο(ν) — больному всё хуже и хуже;

    τόσο το χειρότερο(ν) — тем х;

    уже;

    τό χειρότερο(ν)

    хуже всего, самое худшее;

    τό χειρότερο(ν) απ' όλα είναι ότι... — хуже всего то, что...;

    2. επίρρ. см. χειρότερα;

    § ΰποιος δε 'δεί τα χειρότερα δε θυμ,άται τα καλύτερα — посл, тот, кто не изведал плохого, не оценит и хорошее

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > χειρότερο(ν)

  • 4 ασύγκριτα

    επίρρ. несравнимо, несравненно, значительно, гораздо;

    ασύγκριτα καλύτερα (χειρότερα) — несравненно лучше (хуже)

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > ασύγκριτα

  • 5 μή

    μην μόριο 1. нет; нельзя;
    μη! нельзя!, не трогай, не делай!; μη μη нет, нет!; εί δε μη иначе, в противном случае; 2. с гл. в главном предлож. 1) (для выражения запрещения, пожелания, совета): όχι, μην τον ξυπνάς нет, не буди его; μη μιλάς не разговаривай; να μην ξανάρθεις! не смей больше приходить; να μη σε ξαναδώ μπροστά μου! не попадайся мне больше на глаза!; να μην ξημερωθώ αν σού λέω ψέμματα! не дожить мне до утра, если я лгу!; ό μη γένοιτο...! не дай бог...!; να μη μεβρίσκε τέτοιο κακό! а) если бы я не попал в такую беду!; б) не дай бог мне попасть в такую беду!; 2) (в вопрос, предлож, для выражения предположения,, сомнения): μην τον αντάμωσες πουθενά; не встретил ли ты его где-нибудь?; 3. с гл. в придаточном предлож. 1) (для выражения цели, мотива действия): έφυγα γιά να μην τον ακούω я ушёл, чтобы его не слушать; 2) (для выражения сомнения, боязни, предостережения): ρώτησε μην έμαθαν τίποτα спроси, не узнали ли они чего-л.; φοβούμαι μη χασομέρησε πουθενά боюсь, что он задержался где-л.; πρόσεξε μη γλυστρήσεις смотри, не поскользнись; μην πέσει στα χέρια μου лучше бы он не попадался мне в руки; 3) уст. (после условных союзов ει, εάν, αν): άν μη τον συνεκράτουν θα έπιπτε если бы его не поддержали, он бы упал; 4. при сущ., прил, и отглагольных именах: ο μη εντριβής περί τα τοιαύτα неискушённый, неопытный в этом (деле); μη γνωρίζων не знающий; μη θέλοντας не желая; θέλοντας και μη волей-неволей; μη προς κακοφανισμόν σας не сердитесь, я не хотел вас рассердить; § μη χειρότερα! а) дай бог, чтобы не было хуже!; б) ничего подобного!; совсем не так!; в) ну и ну!, вот так да!, не может быть! (при удивлении, несогласии)

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > μή

См. также в других словарях:

  • χειροτέρα — χειροτέρᾱ , χειρότερος fem nom/voc/acc dual χειροτέρᾱ , χειρότερος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) χειροτέρᾱ , χερείων mcaner fem nom/voc/acc dual (epic) χειροτέρᾱ , χερείων mcaner fem nom/voc sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρότερα — Ν επίρρ. βλ. χειρότερος …   Dictionary of Greek

  • χειρότερα — χειρότερος neut nom/voc/acc pl χερείων mcaner neut nom/voc/acc pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χειρότερος — η, ο / χειρότερος, τέρα, ον, ΝΜΑ, και χερότερος Ν, και τ. χερειότερος Α πιο κακός, κατώτερης αξίας ή ποιότητας, πιο δυσάρεστος ή ανεπιθύμητος (α. «ο ένας κακός κι ο άλλος χειρότερος» β. «ὑπ ἀνδράσι χειροτέροισιν», Ομ. Ιλ.) νεοελλ. φρ. α) «τόσο το …   Dictionary of Greek

  • χείρου — και χειρού Ν (επιτατ. επίρρ.) φρ. «χείρου και χειρότερα» ή «χειρού χειρότερα» ακόμη χειρότερα από πριν. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού επιρρ. χειρ ότερα σχηματισμένος κατά τα επιρρ. σε ου / ού (πρβλ. περίπ ου, προτ ού)] …   Dictionary of Greek

  • χείρων — Ένας από τους Κενταύρους της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας: ξεχώριζε από τους συντρόφους του, που παρουσιάζονταν άγριοι και σκληροί, με την εξαιρετική σοφία του. Κατά την αρχαία παράδοση, πολλοί ήρωες της αρχαιότητας, μεταξύ των οποίων και ο… …   Dictionary of Greek

  • Sifu VERSUS — Infobox musical artist 2 Name = Sifu VERSUS Background = solo singer Alias = Bobby Dega Birth name = Nikolaos Domvros Born = Birth date and age|1980|1|29 Origin = flagicon|Greece Thessaloniki, Greece Genre = Hip hop Years active = 1996–present… …   Wikipedia

  • Dimitris Froxylias — Personal information Full name Dimitris Froxylias Date of birth 28 June 1993 ( …   Wikipedia

  • Кавадиа, Тассо — Тассо Кавадиа Тассо Кавадиа (греч. Τασσώ Καββαδία) (10 января 1921 года, Патри  18 декабря 2010 года, Афины)  греческая актриса театра и кино …   Википедия

  • αλλοίος — ἀλλοῖος, α, ον (Α) (συγκριτικά αλλοιότερος και αλλοιέστερος) 1. ο άλλου είδους, άλλης φύσεως, αλλιώτικος, διαφορετικός 2. (κατ’ ευφημισμό) αντί τού κακός 3. ο υποκείμενος σε διαφοροποίηση 4. επίρρ. άλλοίως, κατά άλλο τρόπο, διαφορετικά (στον… …   Dictionary of Greek

  • δεινοποίησις — δεινοποίησις, η (AM) [δεινοποιώ] η μεγαλοποίηση τών δυσκολιών, το να παρουσιάζονται τα πράγματα χειρότερα απ ό,τι είναι …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»