Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

φιλο-παίγμων

См. также в других словарях:

  • θεοπαίγμων — θεοπαίγμων, ον (Α) αυτός που παίζει, που μετέχει σε αγωνίσματα μαζί με θεό. * [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + παίγμων (< παίζω), πρβλ. λυσι παίγμων, φιλο παίγμων] …   Dictionary of Greek

  • πολυπαίγμων — ον, Α (για χορό) αυτός που έχει πολλές φιγούρες («πολυπαίγμονος ὀρχηθμοῑο», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + παίγμων (< παῖγμα < παίζω), πρβλ. λυσι παίγμων, φιλο παίγμων] …   Dictionary of Greek

  • λυσιπαίγμων — λυσιπαίγμων, ον (Α) αυτός που προσφέρεται για παιχνίδι, για διασκέδαση. [ΕΤΥΜΟΛ. < λυσι * + παίγμων(< παῖγμα < παίζω), πρβλ. φιλο παίγμων] …   Dictionary of Greek

  • χοροπαίγμων — ον, Α αυτός που χορεύει εύθυμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χορός + παίγμων (< παῖγμα < παίζω), πρβλ. φιλο παίγμων] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»