Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

σιδηροδρομικός

См. также в других словарях:

  • σιδηροδρομικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον σιδηρόδρομο (α. «σιδηροδρομικό όχημα» β. «σιδηροδρομικός σταθμός») 2. αυτός που γίνεται με τον σιδηρόδρομο (α. «σιδηροδρομικές μεταφορές» β. «σιδηροδρομικό ταξίδι») 3. το αρσ. και θηλ. ως ουσ. ο, η,… …   Dictionary of Greek

  • σιδηροδρομικός — ή, ό επίρρ. ά αυτός που αναφέρεται στους σιδηροδρόμους: Κατασκευάστηκαν νέες σιδηροδρομικές γραμμές. ο υπάλληλος που εργάζεται στους σιδηροδρόμους: Ο πατέρας του είναι σιδηροδρομικός, και γι αυτό ταξιδεύει δωρεάν με τα τρένα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Corinth railway station — Σιδηροδρομικός Σταθμός Κορίνθου Station statistics Address Corinth Lines SKA Patras (Kiato) line Platforms 5 Tracks 3 …   Wikipedia

  • Dekeleia Railway Station — Σιδηροδρομικός Σταθμός Δεκελείας Station statistics Address Dekeleia Lines …   Wikipedia

  • Megara Railway Station — Σιδηροδρομικός Σταθμός Μεγάρων Station statistics Address Megara Lines SPAP (Athens Patras) until 2004 SKA Patras (Kiato) line Other information …   Wikipedia

  • New Railway Station, Thessaloniki — New Railway Station of Thessaloniki Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός Θεσσαλονίκης T …   Wikipedia

  • Agios Stefanos Railway Station — Σιδηροδρομικός Σταθμός Αγίου Στεφάνου Station statistics Address Agios Stefanos Coordinates …   Wikipedia

  • Τζάκσον — (Jackson). Oνομασία 3 πόλεων των ΗΠΑ. 1. Πρωτεύουσα (περ. 196.637 κάτ.) της πολιτείας του Μισισιπή στον ποταμό Περλ, σε απόσταση 260 χλμ. από τη Νέα Ορλεάνη. Είναι σημαντικός οδικός και σιδηροδρομικός κόμβος και το κύριο εμπορικό και βιομηχανικό… …   Dictionary of Greek

  • Φινλανδία — H Φινλανδία, που οι Φινλανδοί την αποκαλούν «Σουόμι», απλώνεται στο βορειοδυτικό άκρο της μεγάλης ρωσικής πεδιάδας και προβάλλει με χίλια χιλιόμετρα παραλίας, στους κόλπους της Φινλανδίας (Φιννικός) και της Bοθνίας (Bοθνικός). Tα ηπειρωτικά… …   Dictionary of Greek

  • Metro Thessaloniki — Karte der geplanten Metro Thessaloniki …   Deutsch Wikipedia

  • Салоникский метрополитен — Эта статья или раздел статьи содержит информацию об ожидаемом событии или запланированном объекте инфраструктуры, связанном с метро. Содержание статьи или части статьи может …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»