Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

πιστά

  • 1 πιστά

    πιστόν
    neut nom /voc /acc pl
    πιστός 1
    liquid: neut nom /voc /acc pl
    πιστά̱, πιστός 1
    liquid: fem nom /voc /acc dual
    πιστά̱, πιστός 1
    liquid: fem nom /voc sg (doric aeolic)
    πιστός 2
    to be trusted: neut nom /voc /acc pl
    πιστά̱, πιστός 2
    to be trusted: fem nom /voc /acc dual
    πιστά̱, πιστός 2
    to be trusted: fem nom /voc sg (doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πιστά

  • 2 πίστα

    track

    Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > πίστα

  • 3 πιστάς

    πιστά̱ς, πιστός 1
    liquid: fem acc pl
    πιστά̱ς, πιστός 2
    to be trusted: fem acc pl

    Morphologia Graeca > πιστάς

  • 4 πιστός

    πιστός (A), ή, όν, (πιπίσκω) ποτός,
    A liquid; πιστά liquid medicines, draughts, A.Pr. 480.
    -------------------------------------------
    πιστός (B), ή, όν, ([etym.] πείθω):
    A [voice] Pass., to be trusted or believed:
    I of persons, faithful, trusty,

    ἑταῖρος Il.15.331

    , etc.;

    φύλακες Hes.Th. 735

    ;

    μάρτυρες Pi.P.1.88

    ;

    Ζηνὶ π. ἄγγελος A.Pr. 969

    , etc.: [comp] Comp. - ότερος Th.5.108, Isoc.10.38: [comp] Sup.

    πιστότατος Ar.Pl.27

    : c. dat., -

    ότατος δέ οἱ ἔσκε Il.16.147

    ;

    ὁ π. ἡμῖν κἀγαθὸς καλούμενος S.Tr. 541

    , cf. E.IA 153 (anap.), etc.: c. gen., τοῦ Φαλάνθου πιστόν τινα a trusted friend of P., Ergias ap.Ath.8.36of;

    π. πρὸς τὰ συμβόλαια Arist.Pol. 1283a33

    ; οἱ πιστοί, in Persia, trusty councillors, X.An.1.5.15, cf. Hdt. 1.108 ([comp] Sup.);

    τάδε Περσῶν πιστὰ καλεῖται A.Pers.2

    (anap.); so πιστὰ πιστῶν, = πιστότατοι, ib. 681, cf. 528, 979.
    2 trustworthy, worthy of credit, Antipho 3.3.5 ([comp] Comp.), 5.3, Th.3.43. Adv., -

    τῶς καὶ ἀδόλως IG12.90.14

    ,17.
    3 genuine,

    π. Ἀταλάντης γόνος S.OC 1322

    ; Θηρικλέους π. τέκνον, of a cup, Theopomp.Com.32.1 ; unmistakable, νόσοι πονηραὶ καὶ π. LXX De.28.59.
    II of things, trustworthy, sure, ὅρκια π. Il.3.269, cf. Pi.O.11(10).6, etc.; τέκμαρ τῶνδε, τεκμήρια, μαντεῖα, A. Ag. 272, 352, Th.66;

    τοῖσι Ἕλλησι ὡς πιστὰ δὴ τὰ λεγόμενα ἦν Hdt.8.83

    ;

    ἔσται πιστὰ καὶ ἄδολα καὶ ἁπλᾶ ἅπαντα τὰ ἀπ' Ἀθηναίων Ῥηγίνοις IG12.51.11

    ; οὐκέτι πιστὰ γυναιξίν no longer can one trust women, Od.11.456 ;

    βροτῶν δὲ π. οὐδέν S.Fr.667.3

    ; οὐκ ἔχοντες τὴν ἐλπίδα.. πιστὴν ἔτι no longer having such hope as could be relied on, Th.5.14 ; ὑπόληψις ἡ πιστοτάτη, of knowledge, Arist.Top. 131a23.
    2 deserving belief, credible,

    π. καὶ οἰκότα Hdt.6.82

    , cf. 8.80;

    π. ὑπόθεσις Pl.Phd. 107b

    ;

    τοῦτο π. ἐκ τῆς ἐπαγωγῆς Arist.Cael. 276a14

    ; πιθανὸν καὶ π. Id.Rh. 1356b28; [λόγος] ἀποδεικτικὸς καὶ π. ib. 1377b23.
    III πιστόν, τό, as Subst., pledge, security, warrant,

    τὸ π. τῆς ἀληθείας S.Tr. 398

    , etc.;

    τὸ π. τῆς ἐπιστήμης Th.6.72

    (but τὸ π. τῆς καθ' ὑμᾶς πολιτείας its honesty, Id.1.68); τὸ π. ἔχοντες.. κἂν περιγενέσθαι feeling confidence that.., Id.1.141 : freq. in pl., τὰ πιστὰ ποιέεσθαι,πίστιν ποιεῖσθαι, Hdt.3.8; πιστὰ θεῶν, of oaths, X.Cyr.4.2.7; ἐδώκαμεν καὶ ἐλάβομεν πιστά we gave and received pledges, c. [tense] fut. inf., Id.An.3.2.5, cf. 4.8.7, etc.;

    πιστὰ ἠξίου γενέσθαι Id.Cyr.7.4.3

    ;

    τὰ πίστ' ἐδειξάτην A.Ag. 651

    ;

    στέργειν τὰ π. τῶνδε Id.Eu. 673

    ;

    τὰ π. ἐμαυτῷ τοῦ θράσους παρέξομαι E.Ph. 268

    .
    B [voice] Act., believing, relying on, τινι Thgn.283, A.Pr. 917, Pers.55 (anap.), S.OC 1031 ; trustful, τῆς ἐλευθερίας τὸ π. Th.2.40, cf. Pl.Lg. 824 ;

    τινὶ τὸ π. νέμειν App.BC3.39

    .
    2 obedient, loyal,

    τὴν τῶν Ἀθηναίων χώραν οἰκείαν καὶ π. ποιήσασθαι X.HG2.4.30

    .
    3 faithful, believing, Act.Ap.16.1, IG3.3435.
    C Adv. πιστῶς with good faith,

    μὴ π. καταμαρτυρηθείς Antipho 2.4.7

    ; loyally, D.3.26 : [comp] Comp. - οτέρως Aen.Tact.22.17.
    2 persuasively, in [comp] Comp.,

    πιστότερον ἢ ἀληθέστερον Antipho 3.3.4

    ; credibly, demonstrably, Pl.Epin. 983e; unmistakably,

    κριθῆναι Gal.9.857

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πιστός

  • 5 ὅρκιον

    A = ὅρκος, oath, Il.4.158, Hdt.1.29, etc.; ὅρκια δοῦναι take oaths, Od.19.302, E.Supp. 1232 (anap.);

    ὅ. πορεῖν A.R.2.433

    ; ὅρκια δὲ Ζεὺς ἴστω let Zeus witness our oath, Il.7.411.
    II mostly in pl., ὅρκια, τά, the offerings and other things used at a solemn oath or treaty,

    κήρυκες.. ὅ. πιστὰ θεῶν σύναγον Il.3.269

    , cf. 245 ;

    οἱ ἐννέα ἄρχοντες ὀμνύουσιν ὥσπερ ἐπὶ Ἀκάστου τὰ ὅ. ποιήσειν Arist. Ath.3.3

    ;

    ὅ. παρεχέτω ὁ ἱερωργός SIG581.91

    (Crete, iii/ii B. C.); then, that which is sworn to, treaty, solemn agreement, freq. in Hom. (esp. Il.),

    οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅ. πιστά 22.262

    : freq. in phrase,

    ὅρκια πιστὰ ταμεῖν 2.124

    , cf. 3.105, al. ;

    κατόπερ τὰ ὅ. ἔταμον SIG45.44

    (Halic., v B.C.);

    ὅ. ἐπιταμνέτω Schwyzer687

    D2 (Chios, vii/vi B.C.);

    ὅ. ποιεῖσθαι SIG591.32

    (Lampsacus, ii B. C.) ;

    ὅ. τελεῖν Il.7.69

    ;

    φυλάσσειν 3.280

    ; ὅ. δηλήσασθαι or ὑπὲρ ὅ. δηλ. violate a solemn treaty, ib. 107,4.67 ;

    ὑπὲρ ὅ. πημῆναι 3.299

    ; κατὰ δ' ὅ. πιστὰ πάτησαν they trampled on the treaty, 4.157 ; σύν γ' ὅρκι' ἔχευαν ib. 269 ;

    ψεύσασθαι 7.351

    ;

    ἀκούεις ὁρκίων ἐμῶν θέμιν A.Ag. 1431

    ; τὰ ὅ. ἐστί τινι, c. inf., one is bound by treaty to do, Th.6.52 : Hdt. has sg. also in this sense,

    κατὰ τὸ ὅ. 1.77

    ; ὅ. ποιέεσθαι πρός τινας ib. 141 : abs., ib. 143, etc. ; ὅ. μένει κατὰ χώρην remains as it was, 4.201 ;

    ὀμόσαι τὸ ὅ. ἦ μὴν ἐάσειν.. Th.6.72

    ;

    ὅρκιον ἔταμον SIG4.10

    (Cyzicus, vi B. C.).
    2 pledge or surety resting on oath, in sg., Pi.O.11(10).6, N.9.16 ;

    ὅ. ἔχειν Lys.20.26

    : generally, pledge, Ar.Nu. 533 (pl.). ( ὅρκιον is neut. of ὅρκιος, with which ἱερόν or ἱερά may be supplied.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὅρκιον

  • 6 πιστός

    πιστός (-οί; -ά, -άς; -όν nom., acc., acc.: πιστόταται.)
    a trusty, loyal, sure of people.

    καὶ μὰν θεῶν πιστὸν γένος N. 10.54

    παῖδα ποντίας Θέτιος βιατάν, πιστὸν ἕρκος Ἀχαιῶν Pae. 6.85

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν a girls' chorus speaks Παρθ. 2. 38. c. inf., “ παῦροι δ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνεινN. 10.78

    πολλοὶ μάρτυρες ἀμφοτέροις πιστοί P. 1.88

    I

    ὕμνοι πιστὸν ὅρκιον μεγάλαις ἀρεταῖς O. 11.6

    σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων ποστὸν εὗρεν θεόθεν O. 12.8

    ( δόνακες)

    πιστοὶ χορευτᾶν μάρτυρες P. 12.27

    Ἐριφύλαν ὅρκιον ὡς ὅτε πιστόν, δόντες Οἰκλείδᾳ N. 9.16

    ἀλλὰ δίκας ὁδοὺς π[ις]τὰς ἐφίλη[ς.]ν (G-H: π[ά]σας Diehl) Παρθ. 2.. ἔσθ' ὅτε πιστόταται σιγᾶς ὁδοί (Bergk: - οτάταις ὁδοῖς codd.: - οτάτα ὁδός Sylburg) fr. 180. 2.
    II credible

    ἄπιστον ἐμήσατο πιστὸν ἔμμεναι O. 1.31

    πιστὸν δ' ἀπίστοις οὐδέν fr. 233
    d n. s. pro subs, what is trustworthy μαστεύει δὲ καὶ τέρψις ἐν ὄμμασι θέσθαι πιστόν (Mommsen e Σ paraphr.: πιστά, πιστάν codd.: fort. - ον m. s.) N. 8.44

    Lexicon to Pindar > πιστός

  • 7 πιστός

    πιστός, ή, όν (πείθω; Hom.+).
    pertaining to being worthy of belief or trust, trustworthy, faithful, dependable, inspiring trust/faith, pass. aspect of πιστεύω (Hom.+).
    of pers.
    α. of human beings (and Christ) δοῦλος (1 Km 22:14; 2 Macc 1:2; OdeSol 11:22; Jos., Ant. 6, 256; SIG 910 A, 5 [Christian]; PLond II, 251, 14 p. 317 [IV A.D.] δούλους πιστοὺς καὶ ἀδράστους): δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ Mt 25:21a, 23a; cp. 24:45; Hs 5, 2, 2 πιστότατος (v.l. πιστός). οἰκονόμος Lk 12:42; 1 Cor 4:2. μάρτυς (Pind., P. 1, 88; 12, 27; Pr 14:5, 25; Ps 88:38; Jer 49:5; Philo, Sacr. Abel. 17) ὁ μάρτυς μου ὁ πιστός μου Rv 2:13 (μάρτυς 3); in this ‘book of martyrs’ Christ is ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς (καὶ ὁ ἀληθινός) 1:5; 3:14; cp. 19:11 (the combination of ἀληθινός and πιστός in the last two passages is like 3 Macc 2:11). Cp. Rv 17:14. πιστὸς ἀρχιερεύς a faithful or reliable high priest Hb 2:17 (of Christ); cp. 3:2 (ἀρχιερέα … πιστὸν ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτόν). σύμβουλοι πιστοί B 21:4. πιστοὶ ἄνθρωποι reliable persons 2 Ti 2:2 (cp. Is 8:2; sing. Tob 5:3 S; 10:6 S; ApcEsdr 2:2). Paul honors his co-workers w. π. as a designation: Timothy 1 Cor 4:17. Tychicus Eph 6:21; Col 4:7 (both πιστὸς διάκονος ἐν κυρίῳ). Onesimus Col 4:9. Epaphras 1:7 (πιστὸς ὑπὲρ ὑμῶν διάκονος τοῦ Χριστοῦ). Cp. 1 Pt 5:12 (διὰ Σιλουανοῦ τ. πιστοῦ ἀδελφοῦ).—Moses was πιστὸς ἐν ὅλῳ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ Hb 3:5 (Num 12:7). πιστόν τινα ἡγεῖσθαι consider someone trustworthy (Aristoph., Plut. 27) 1 Ti 1:12 (cp. Hb 11:11; s. β below); s. PtK 3 p. 15, 18. γίνου πιστός (γίνομαι 7 and cp. Jos., Vi. 110, Ant. 19, 317) Rv 2:10.—πιστὸς ἔν τινι faithful, reliable, trustworthy in someth. (TestJos 9:2 π. ἐν σωφροσύνῃ) ἐν τῷ ἀδίκῳ μαμωνᾷ in matters relating to unrighteous wealth Lk 16:11. ἐν τῷ ἀλλοτρίῳ in connection with what belongs to someone else vs. 12. ὁ π. ἐν ἐλαχίστῳ καὶ ἐν πολλῷ π. ἐστιν one who is trustworthy in a very small matter is also trustworthy in a large one vs. 10; 2 Cl 8:5; cp. Lk 19:17. π. ἐν πᾶσιν trustworthy in every respect 1 Ti 3:11. Also ἐπί τι in (connection w.) someth. Mt 25:21b, 23b.—When Paul explains in 1 Cor 7:25 that the Lord graciously granted him the privilege of being πιστός, and uses this as a basis for his claim to be heard w. respect, πιστός can hardly mean ‘believing’ (s. 2 below); the apostle rather feels that in a special sense he has been called and commissioned because of the confidence God has in him (πιστός is almost like a title=‘trusted man, commissioner’, oft. in ins of distinguished pers.: ISyriaW 2022a; 2029; 2034; 2045f; 2127f; 2130; 2219; 2238–40; 2243; 2394; cp. SEG XLII, 1484, 1599.—Corresp. πίστις=‘position of trust’: Achilles Tat. 8, 15, 1 οἱ ἄρχοντες οἱ ταύτην ἔχοντες τὴν πίστιν).
    β. of God as the One in whom we can have full confidence (Pind., N. 10, 54; Dt 7:9; 32:4; Is 49:7; PsSol 14:1; 7:10; Philo, Rer. Div. Her. 93, Sacr. Abel. 93, Leg. All. 3, 204) 1 Cor 1:9; 10:13; 2 Cor 1:18; 1 Th 5:24; Hb 10:23; 11:11; 1 Pt 4:19; 1J 1:9; 1 Cl 60:1; ITr 13:3. π. ἐν ταῖς ἐπαγγελίαις 1 Cl 27:1 (cp. Ps 144:13a πιστὸς κύριος ἐν τοῖς λόγοις αὐτοῦ). πιστός ἐστιν ὁ ἐπαγγειλάμενος (God) is trustworthy, who has promised 2 Cl 11:6.—Also of the ‘Lord’ (Christ), who is spoken of in the same way as God 2 Th 3:3; 2 Ti 2:13.
    of things, esp. of words (Hdt. 8, 83; Pla., Tim. 49b; Aristot., Rhet. 2, 1, 1377b, 23; Polyb. 3, 9, 4; 15, 7, 1; Plut., Mor. 160e; Cass. Dio 37, 35; Jos., Ant. 19, 132; Just., D. 11, 2 διαθήκη; Ath., R. 17 p. 69, 16 τὸ πιστόν; Aberciusins. 6 γράμματα πιστά [of a divine teacher]) πιστὸς ὁ λόγος (Dionys. Hal. 3, 23, 17; Dio Chrys. 28 [45], 3) it is a trustworthy saying 1 Ti 1:15; 3:1; 4:9; 2 Ti 2:11; Tit 3:8; cp. 1:9 (JBover, Biblica 19, ’38, 74–79). οἱ λόγοι πιστοὶ καὶ ἀληθινοί Rv 21:5; 22:6. Opp. ψευδής Hm 3:5ab. On τὰ ὅσια, Δαυὶδ τὰ πιστά Ac 13:34 s. ὅσιος 3.—Of water dependable (i.e. not likely to dry up suddenly; cp. Dt 28:59 νόσοι πισταί), unfailing, plentiful B 11:5 (Is 33:16). πιστὸν ποιεῖν τι act loyally 3J 5.
    pert. to being trusting, trusting, cherishing faith/trust act. aspect of πιστεύω (Aeschyl., Pers. 55, Prom. 916; Soph., Oed. Col. 1031; Pla., Leg. 7, 824; Cass. Dio 37, 12, 1; Just., A I, 53, 10 al.), also believing, full of faith, faithful (cp. POxy 1380, 152 ὁρῶσί σε [=Isis] οἱ κατὰ τὸ πιστὸν ἐπικαλούμενοι [on this s. AFestugière, RB 41, ’32, 257–61]; Sextus 1; 8; Wsd 3:9; Sir 1:14, 24 v.l.; Ps 100:6; SibOr 3, 69; 724) of OT worthies: Abraham (who is oft. called πιστός; cp. Philo, Post. Cai. 173 Ἀβρ. ὁ πιστὸς ἐπώνυμος; 2 Macc 1:2; 1 Macc 2:52; Sir 44:20) Gal 3:9; 1 Cl 10:1; Νῶε πιστὸς εὑρεθείς 9:4; Moses 17:5; 43:1 (both Num 12:7) and s. 1aα above (Hb 3:5). Of believers in contrast to doubters Hm 11:1ab. Of belief in the resurrection of Jesus μὴ γίνου ἄπιστος ἀλλὰ πιστός J 20:27. Of one who confesses the Christian faith believing or a believer in the Lord, in Christ, in God π. τῷ κυρίῳ Ac 16:15. Also π. ἐν κυρίῳ Hm 4, 1, 4. π. ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ Eph 1:1. πιστοὶ ἀδελφοὶ ἐν Χρ. Col 1:2. διʼ αὐτοῦ (=Χριστοῦ) πιστοὶ (πιστεύοντες v.l.) εἰς θεόν 1 Pt 1:21.—The abs. πιστός also means believing (in Christ), a (Christian) believer and is used both as adj. (Just., D. 110, 4) and as subst. Ac 16:1; 2 Cor 6:15; 1 Ti 4:10; 5:16; 6:2ab; Tit 1:6; 1 Cl 48:5; 62:3; 63:3; Hm 9:9; Hs 8, 7, 4; 8, 9, 1; 8, 10, 1; 9, 22, 1. οἱ πιστοί the believers = the Christians Ac 12:3 D; 1 Ti 4:3, 12; IEph 21:2; IMg 5:2 (opp. οἱ ἄπιστοι); MPol 12:3; 13:2; AcPl Ha 7, 7 (cp. Just., D. 47, 2 τοῖς Χριστιανοῖς καὶ πιστοῖς). οἱ ἅγιοι καὶ πιστοὶ αὐτοῦ ISm 1:2. οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοί= the Israelite (s. Ac 10:36) believers/Christians Ac 10:45. Without the art. (Orig., C. Cels., prol. 6, 5) Dg 11:2, 5. νέοι ἐν τῇ πίστει καὶ πιστοί young in the faith, but nevertheless believers Hv 3, 5, 4.—πιστὸς εἶναι be a believer IRo 3:2. ἐὰν ᾖ τις πιστότατος ἀνήρ even though a man is a firm believer Hm 6, 2, 7.—LFoley, CBQ 1 ’39, 163–65.—B. 1167. New Docs 2, 94, w. reff. to Christian ins. DELG s.v. πείθομαι. M-M. ENDT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > πιστός

  • 8 Ἀγασικλέης

    Ἀγᾰσικλέης son of Pagondas q. v., perhaps the boy chosen to lead the daphnephoric procession for Apollo Ismenios in Thebes. πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ( Ἀγασικλει Π: — λελτ;γτ;ιλτ;γτ; Maas. cf.
    1

    εὐκλεᾶ P. 12.24

    ) Παρθ. 2. 38.

    Lexicon to Pindar > Ἀγασικλέης

  • 9 ἀμφί

    ἀμφί A prep. I c. acc.
    1 of place.
    a beside, around

    παίζομεν φίλαν ἄνδρες ἀμφὶ θαμὰ τράπεζαν O. 1.17

    γλυκὺν ἀμφὶ κᾶπον P. 5.24

    Ἐφυραίων ὄπ' ἀμφὶ Πηνειὸν γλυκεῖαν προχεόντων ἐμὰν P. 10.56

    οὐδέ ποτε ξενίαν οὗρος ἐμπνεύσαις ὑπέστειλ' ἱστίον ἀμφὶ τράπεζαν I. 2.40

    ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά fr. 187.
    b at, in

    θαυμαστὸς ἐὼν φάνη Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    c met., over, in defence of

    ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν O. 9.31

    2 of time. during, for

    λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον O. 1.97

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τραπέζαισί τ' ἀμφὶ δεύτατα κρεῶν σέθεν διεδάσαντο (sign. dub.: during the last courses: others assume ἀμφί to be adverbial, or join it with τραπέζαις) O. 1.50
    3 in the manner of, after ἀείδετο δὲ

    πὰν τέμενος τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    4 about, concerning

    κελαδέοντι μὲν ἀμφὶ Κινύραν πολλάκις φᾶμαι Κυπρίων P. 2.15

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν ἀμφ ἕκαστον ὅσα νέομαι P. 8.69

    εὐθὺς δ' ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον N. 1.54

    ἢ ἀμφ' Ἰόλαον; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.9 ]

    ν ἀμφὶ πόλιν φλεγε[ Pae. 18.4

    II c. gen.
    1 about, concerning

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά O. 1.35

    σύμβολον δ' οὔ πώ τις ἐπιχθονίων πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν O. 12.8

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    2 for the sake of

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας θέμεν σπουδὰν ἅπασαν P. 4.276

    οἷοι Λιβύσσας ἀμφὶ γυναικὸς ἔβαν Ἴρασα πρὸς πόλιν P. 9.105

    ἁλίκων τῶ τις ἁβρὸν ἀμφὶ παγκρατίου Κλεάνδρῳ πλεκέτω μυρσίνας στέφανον I. 8.66

    III c. dat.
    1 beside

    ἦ πολλ' ἀμφὶ κρουνοῖς ἔπαθεν O. 13.63

    ἀμφὶ Παγγαίου θεμέθλοις ναιετάοντες P. 4.180

    τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν P. 5.40

    κεῖνος ἀμφ' Ἀχέροντι ναιετάων N. 4.85

    ἦ μὰν ἀνόμοιά γε δᾴοισιν ἐν θερμῷ χροὶ ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ N. 8.30

    βαθυκρήμνοισι δ' ἀμφ ἀκταῖς Ἑλώρου N. 9.40

    ἀμφί τε Παρνασσίαις πέτραις Pae. 2.97

    2 round, on

    ἀμφὶ κόμαισι βάλῃ κόσμον ἐλαίας O. 3.13

    ἀμφὶ δ' ἀνθρώπων φρασὶν ἀμπλακίαι κρέμανται O. 7.24

    τρία ἔργα ποδαρκὴς ἁμέρα θῆκε κάλλιστ' ἀμφὶ κόμαις O. 13.39

    φάρμακον πραὺ τείνων ἀμφὶ γένυι O. 13.85

    δεξιτέρῳ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96

    3 in respect of, in the field of, esp. of what is at stake.

    αἰεὶ δ' ἀμφ ἀρεταῖσι πόνος δαπάνα τε μάρναται πρὸς ἔργον O. 5.15

    μήλων τε κνισσαέσσα πομπὰ καὶ κρίσις ἀμφ' ἀέθλοις O. 7.80

    εὔχομαι ἀμφὶ καλῶν μοίρᾳ νέμεσιν διχόβουλον μὴ θέμεν O. 8.86

    οἷον δ' ἐν Μαραθῶνι μένεν ἀγῶνα

    πρεσβυτέρων ἀμφ' ἀργυρίδεσσιν O. 9.90

    ἐν ἡρωίαις ἀρεταῖσιν οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.52

    καὶ τὸ λοιπὸν ὁμοῖα διδοῖτ' ἐπ ἔργοισιν ἀμφί τε βουλαῖς ἔχειν P. 5.119

    ὕπατος ἀμφὶ τοκεῦσιν ἔμμεν πρὸς ἀρετάν P. 6.42

    ξυναῖσι δ' ἀμφ ἀρεταῖς τέταμαι P. 11.54

    ὅσσα δ' ἀμφ ἀέθλοις Τιμοδημίδαι ἐξοχώτατοι προλέγονται N. 2.17

    πέφανται οὐκ ἄμμορος ἀμφὶ πάλᾳ κυναγέτας N. 6.14

    χρεῖαι δὲ παντοῖαι φίλων ἀνδρῶν· τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἢ πολεμίζων ἄρηται κῦδος ἁβρὸν I. 1.50

    μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφ' ἀέθλοισιν I. 5.55

    4 owing toΠέργαμος ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεταιO. 8.42

    κῆλα δὲ καὶ δαιμόνων θέλγει φρένας ἀμφί τε Λατοίδα σοφίᾳ βαθυκόλπων τε Μοισᾶν P. 1.12

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    τεὸν χρέος, ὦ παῖ, νεώτατον καλῶν, ἐμᾷ ποτανὸν ἀμφὶ μαχανᾷ P. 8.34

    μάντιν τ' ὄλεσσε κόραν, ἐπεὶ ἀμφ Ἑλένᾳ πυρωθέντων Τρώων ἔλυσε δόμους ἁβρότατος P. 11.33

    σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες (“ton caractère te permet d'employer l'une comme l'autre.” Puech.) N. 1.29

    τὸν γὰρ Ἴδας ἀμφὶ βουσίν πως χολωθεὶς N. 10.60

    ἢ ἀμφὶ πυκναῖς Τειρεσίαο βουλαῖς; (sc. θυμὸν τεὸν εὔφρανας;) I. 7.8

    Ζεὺς ὅτ' ἀμφὶ Θέτιος ἀγλαός τ ἔρισαν Ποσειδὰν γάμῳ I. 8.27

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι Παρθ. 2. 41.
    5 in honour of

    ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγἐλελίζων O. 9.13

    ἀναβάσομαι στόλον ἀμφ' ἀρετᾷ κελαδέων P. 2.62

    ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ N. 7.80

    6 of time, in the course of

    ἁλίῳ ἀμφ' ἑνί O. 13.37

    B adv., all round

    ἀμφὶ δὲ παρδαλέᾳ στέγετο φρίσσοντας ὄμβρους P. 4.81

    εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις P. 9.120

    οὐδὲ μολόντων πὰρ ματέρ' ἀμφὶ γέλως γλυκὺς ὦρσεν χάριν P. 8.85

    Lexicon to Pindar > ἀμφί

  • 10 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 11 ἔρχομαι

    ἔρχομαι (ἔρχομαι, -εται, -ονται); ἐρχόμενον, [-ομένοις]: impf. ἤρχετο: aor. ἦλθον, -ες, -εν), ἦλθ, ἦλθον; ἔλθῃς, -ῃ; ἔλθ, ἐλθέ; ἐλθών, -όντος, -όντα, -όντες, -όντεσσιν, -όντας; ἐλθεῖν; ἤλυθον, -εν), - ον: Dor. causal aor. ἔλευσεν.)
    1 go, come
    1 of people.
    a c.

    ἐγγύς, παρά, πρός, ὑπό, ἀπό, ἐκ, ἐς· ἐγγὺς ἐλθὼν πολιᾶς ἁλὸς O. 1.71

    πὰρ εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111

    δέξατ' ἐλθόντ Ἀρκαδίας ἀπὸ δειρᾶν O. 3.27

    Ζεῦ, ἱκέτας σέθεν ἔρχομαι O. 5.19

    πρὸς Πιτάναν δεῖ σάμερον ἐλθεῖν sc. in the course of my song. O. 6.28

    ἦλθεν δ' ὑπὸ σπλάγχνων Ἴαμος O. 6.43

    εὖτ' ἂν δὲ θρασυμάχανος ἐλθὼν Ἡρακλέης κτίσῃ O. 6.67

    τιμῶντες δ' ἀρετὰς ἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.73

    ἔκτανεν Λικύμνιον ἐλθόντ' ἐκ θαλάμων Μιδέας O. 7.29

    μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31

    ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις O. 9.83

    ἐκ Λυκίας δὲ Γλαῦκον ἐλθόντα τρόμεον Δαναοί O. 13.60

    μελαντειχέα νῦν δόμον Φερσεφόνας ἔλθ, Ἀχοῖ (codd.: ἴθι byz.) O. 14.21 [ ἀνδράσι ἐς πλόον ἐρχομένοις (v. l. ἀρχομένοις) P. 1.34]

    φαντὶ δὲ μεταβάσοντας ἐλθεῖν ἥροας ἀντιθέους Ποίαντος υἱὸν τοξόταν P. 1.52

    τόδε φέρων μέλος ἔρχομαι P.2.4.

    ἐλθόντος γὰρ ξένουἀπ' Ἀρκαδίας P. 3.25

    ξείνοις ἐλθόντεσσιν εὐεργέται δεῖπν' ἐπαγγέλλοντιP. 4.30 Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθώνP. 4.44

    καὶ κασίγνητοί σφισιν ἀμφότεροι ἤλυθον P. 4.125

    ἐλθόντας πρὸς Αἰήτα θαλάμουςP. 4.160

    Ζηνὸς υἱοὶ ἦλθον P. 4.172

    σὺν Νότου δ' αὔραις ἐπ Ἀξείνου στόμα πεμπόμενοι ἤλυθον P. 4.204

    ἐς Φᾶσιν δ' ἔπειτεν ἤλυθον P. 4.212

    ἡρώων ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον P. 9.116

    ἤλυθε νασιώταις λίθινον θάνατον φέρων P. 10.47

    ἅλικας δ' ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει N. 5.45

    ἦλθέ τοι Νεμέας ἐξ ἐρατῶν ἐέθλων παῖς ἐναγώνιος N. 6.11

    Κάστορος δ' ἐλθόντος ἐπὶ ξενίαν πὰρ Παμφάη N. 10.49

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων N. 10.66

    Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ N. 10.79

    Φυλακίδᾳ γὰρ ἦλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν Ζηνός I. 7.46

    Δωριεὺς ἐλθὼν στρατὸς ἐκτίσσατο I. 9.3

    ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν Pae. 6.9

    ἁλὸς ἐπὶ κῦμα βάντες [ἦ]λθον ἄγγελοι ὀπίσω Pae. 6.100

    πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν Παρθ. 2. 3. καὶ μετὰ ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν fr. 172. 5. οὐ φίλων ἐναντίον ἐλθεῖν fr. 229. fig.,

    ἐπεί οἱ τρεῖς ἀεθλοφόροι πρὸς ἄκρον ἀρετᾶς ἦλθον N. 6.24

    b c. dat.

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ O. 1.44

    Ζεὺς πατὴρ ἤλυθεν ἐς λέχος ἱμερτὸν Θυώνᾳ P. 3.99

    φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν N. 4.22

    ὅτε Λαομέδοντι πεπρωμένοἰ ἤρχετο μόροιο κάρυξ (expectes ἄρχετο, Snell) fr. 140a. 67.
    c c. acc. οὐκ ἔμειν' ἐλθεῖν τράπεζαν νυμφίαν P.3.16. “ τάνδε νᾶσον ἐλθόντεςP. 4.52

    κοί ἦλθον Πελία μέγαρον P. 4.134

    ἦλθες ἤδη Λιβύας πεδίον ἐξ ἀγλαῶν ἀέθλων καὶ πατρωίαν πόλιν P. 5.52

    ταῦτα, Νικάσιππ, ἀπόνειμον, ὅταν ξεῖνον ἐμὸν ἠθαῖον ἔλθῃς I. 2.48

    καί τοί ποτ' Ἀνταίου δόμους Θηβᾶν ἄπο Καδμειᾶν μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ τὰν πυροφόρον Λιβύαν (v. l. καίτοι πότ, i. e. ποτί) I. 4.53 c. acc. cogn.,

    ἀπ' Ἄργεος ἤλυθον δευτέραν ὁδὸν Ἐπίγονοι P. 8.41

    2 of things,
    a c. dat. pers.

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.100

    φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ' ἐλθεῖν κῦδος O. 3.39

    ἦλθε δέ οἱμάντευμα P. 4.73

    κείνοις δ' ὑπέρτατον ἦλθε φέγγος Pae. 2.68

    b c. prep.

    ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον P. 1.34

    ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105

    λαμπραὶ δ' ἦλθον ἀκτῖνες P. 4.198

    χειμέριος ὄμβρος, ἐπακτὸς ἐλθὼν ἐριβρόμου νεφέλας στρατὸς ἀμείλιχος P. 6.10

    μὴ κόρος ἐλθὼν κνίσῃ P. 8.32

    ἀλλ' ὅταν αἴγλα διόσδοτος ἔλθῃ P. 8.96

    κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες

    πολυπόνων ἀνδρῶν N. 1.32

    ἀλλὰ κοινὸν γὰρ ἔρχεται κῦμ' Ἀίδα N. 7.30

    3 ἔλευσα, Dor. causal aor., I made to come, brought τὸ μὲν ἔλευσεν (sc. Περσεύς) Δ. 4. 39. but v. λεύω.
    4 fragg.

    ἔρχεται δ' ἐνιαυτῷ Pae. 15.9

    ]εων ἐλθὲ φίλαν δὴ πολεα[ (Π̆{S}: φθον Π.) Δ. 3.. ]ηλυθο[ν P. Oxy. 1792 fr. 8.

    Lexicon to Pindar > ἔρχομαι

  • 12 ἐσλός

    ἐσλός (ἐσλοῦ, -όν; -οί, -ῶν, -οῖςι), -οῖσιν, -ούς: -όν -ῶν, -οῖςι),
    1

    -οῖσιν, -ά. ε̆σλ- O. 2.19

    , O. 13.100, P. 3.66, N. 4.95; codd. often offer a v. l. ἐσθλ-.)
    1 adj., good, noble
    a of people.

    ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ O. 13.100

    ἰατῆρά τοί κέν μιν πίθον καί νυν ἐσλοῖσι παρασχεῖν ἀνδράσι i. e. men like Hieron P. 3.66 ἄγγελον ἐσλὸν ἔφα (sc. Ὅμηρος)

    τιμὰν μεγίσταν πράγματι παντὶ φέρειν P. 4.278

    ἀδελφεοῖσί τ' ἐπαινήσομεν ἐσλοῖς (Wil.: ἀδελφεούς τ' ἐσθλοὺς codd.) P. 10.69

    ἐσλοῦ Πέλοπος N. 2.21

    ἐσλὸν Τήλεφον I. 5.41

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν (Calliergus: ἐς λόγον γε cod.) I. 8.60 πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν Παρθ. 2. 40.
    b of things, noble

    ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλει δόμεν O. 8.84

    τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη P. 4.175

    εἴ τις εὖ πάσχων λόγον ἐσλὸν ἀκούῃ I. 5.13

    2 subs.,
    a the noble

    ἀπονέστερον ἐσλοὶ δέκονται βίοτον O. 2.63

    ἐσλῶν καλοῖς ἔργοις (Aristarchus: ἐσλὸν κακοῖς codd.) O. 2.97

    ξείνων δ' εὖ πρασσόντων ἔσαναν αὐτίκ ἀγγελίαν ποτὶ γλυκεῖαν ἐσλοί O. 4.5

    λέλογχε δὲ μεμφομένοις ἐσλοὺς ὕδωρ καπνῷ φέρειν ἀντίον (Aristarchus: ἐσλός codd.) N. 1.24 ἕπεται δὲ λόγῳ δίκας ἄωτος, ἐσλὸν αἰνεῖν” (v. l. ἐσλὸς: ἀντὶ τοῦ ἐσλοὺς Σ.) N. 3.29

    μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν I. 3.7

    πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι (Sylburg: δὲ ὅλοισιν codd.) fr. 121, cf. N. 8.22
    b of things, blessing, success

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν ὕπατον ἔρχεται παντὶ βροτῶν O. 1.99

    ἐσλὰ δ' ἐπ ἐσλοῖς ἔργα θέλοι δόμεν O. 8.84

    ἐσλὸν βαθὺ πήματος ἐν μικρῷ πεδάμειψαν χρόνῳ O. 12.12

    ἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸνβαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι P. 3.81

    εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ P. 8.73

    τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν P. 9.89

    χαίρω δ' ὅτι ἐσλοῖσι μάρναται πέρι πᾶσα πόλις N. 5.47

    ἅπτεται δ' ἐσλῶν ἀεί, χειρόνεσσι δ οὐκ ἐρίζει (? m. pl.) N. 8.22

    ἔστι δέ τις λόγος ἀνθρώπων, τετελεσμένον ἐσλὸν μὴ χαμαὶ σιγᾷ καλύψαι N. 9.6

    βραχύ μοι στόμα πάντ' ἀναγήσασθ ὅσων Ἄργεῖον ἔχει τέμενος μοῖραν ἐσλῶν N. 10.20

    Lexicon to Pindar > ἐσλός

  • 13 μάρτυς

    μάρτῠς (-υς, -υρα), -υρες, -υρας.)
    1 witness

    ἁμέραι δ' ἐπίλοιποι μάρτυρες σοφώτατοι O. 1.34

    τεαὶ γὰρ ὧραι μ' ἔπεμψαν μάρτυῤ ἀέθλων O. 4.3

    πολλοὶ μάρτυρες ἀμφοτέροις πιστοί P. 1.88

    καρτερὸς ὅρκος ἄμμιν μάρτυς ἔστω ΖεύςP. 4.167

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων Καφισίδος ἐν τεμένει, πιστοὶ χορευτᾶν μάρτυρες P. 12.27

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς (Wil.; cll. O. 1.34: κλυτάς codd.) N. 3.23 οὐ ψεῦδις ὁ μάρτυς ἔργμασιν ἐπιστατεῖ, Αἴγινα, τεῶν Διός τ' ἐκγόνων (Neoptolemos?, Pindar?; v. Tugendhat, Hermes, 1960, 395̆{1}) N. 7.49 πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν a chorus of girls sings Παρθ. 2. 39.

    Lexicon to Pindar > μάρτυς

  • 14 προξενία

    προξενία (-ίᾳ, -ίαισι.)
    1 friendly relations towards foreigners

    προξενίᾳ δ' ἀρετᾷ τ ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις O. 9.83

    καὶ προξενίᾳ πέποιθ (i. e. τῇ τοῦ Λάμπωνος πρὸς ἐμὲ φιλίᾳ, cf. P. 10.64) N. 7.65 πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι Παρθ. 2. 41.

    Lexicon to Pindar > προξενία

  • 15 φρονέω

    φρονέω (φρόνει; φρονέων; φρονεῖν.)
    1 be minded (in some way), c. n. adj. πιστὰ φρονέων with loyal heart O. 3.17 κακὰ φρονέων relentlessly P. 8.82

    μαλακὰ μὲν φρονέων ἐσλοῖς, τραχὺς δὲ παλιγκότοις ἔφεδρος N. 4.95

    ἄλλοτ' ἀλλοῖα φρόνει keep different moods for different times fr. 43. 5. ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλῶσσᾳ τε λέγεσθαι think maiden thoughts Παρθ. 2. 34. c. subs., ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον (ὡς δεῖ περὶ τοῦ παρόντος φροντίζειν Σ.) N. 3.75

    Lexicon to Pindar > φρονέω

  • 16 χορός

    χορός (-ός, -όν, -οί, -ῶν, -ούς.)
    a troop

    ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος P. 9.114

    b choir, chorus

    πρόφρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    πόνοι χορῶν[ ]εες τ' ἀοιδαί Δ. 3. 1. οἰχνεῖ τε Σεμέλαν ἑλικάμπυκα χοροί fr. 75. 19. ἔνθα ἀριστεύοισιν καὶ χοροὶ καὶ Μοῖσα καὶ Ἀγλαία fr. 199. 3.
    c dance, dancing

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.9

    παντᾷ δὲ χοροὶ παρθένων λυρᾶν τε βοαὶ καναχαί τ' αὐλῶν δονέονται P. 10.38

    ἱστάμεναι χορὸν [ταχύ]ποδα παρθένοι Pae. 2.99

    δεῦτ' ἐς χορόν, Ὀλύμπιοι fr. 75. 1. πιστὰ δ' Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορόν Παρθ. 2. 39.
    d fragg. ]

    δᾳ[. ]ε χορόν Pae. 3.101

    ]ε χορὸν ὑπερτατ[ Πα. 12. a. 10.

    Lexicon to Pindar > χορός

  • 17 πιστός

    -ή,-όν + A 4-9-10-23-29=75 Nm 12,7; Dt 7,9; 28,59; 32,4; 1 Sm 2,35
    trustworthy, worthy of credit (of pers.) 2 Mc 1,2; reliable (of pers.) TobS 5,3; stereotypical rendition of אמן (mostly ni.): faithful (of heart) Neh 9,8; trustworthy, sure 1 Sm 25,28; lasting Dt 28,59; dependable, unfailing, plentiful Is 33,16; πιστά trustworthiness, bona fide Hos 5,9
    *2 Sm 23,1 πιστός faithful-אמן for MT נאם word, saying; *Prv 17,7 χείλη πισσά faithful lips, faithful words-רשׁי פתשׁ? for MT יתר פתשׁ fine words
    Cf. BARR 1961 166.172-174; DOGNIEZ 1992 163.295; HORSLEY 1982, 94; LARCHER 1983 290-291.304-
    305; LIEBERMAN 1942 75.76; →NIDNTT; TWNT

    Lust (λαγνεία) > πιστός

  • 18 γίγνομαι

    γίγνομαι, [dialect] Ion. and after Arist. [full] γίνομαι [pron. full] [ῑ], ([dialect] Att. Inscrr. have γιγν- in fifth and fourth cent., cf. IG2.11.9, 1055.25, etc.); Thess. [full] γίνυμαι IG9(2).517.22; [dialect] Boeot. [full] γίνιουμαι ib.7.3303: [tense] fut. γενήσομαι: [tense] aor. ἐγενόμην (
    A

    ἐγενάμην LXXJe.14.1

    , al. ([etym.] προ-) Decr.Byz. ap. D.18.90), [dialect] Ion. [ per.] 2sg.

    γένευ Il.5.897

    , [ per.] 3sg.

    γενέσκετο Od.11.208

    ,

    ἔγεντο Hes.Th. 705

    , Sapph.16, Pi.P.3.87, Parm.8.20, IG4.492 ([place name] Mycenae), prob.in Scol. 19; [dialect] Ep.

    γέντο Hes.Th. 199

    , Emp.98.5, Call.Jov.1.50, Theoc.14.27, etc. ([etym.] gṇ-το): [tense] pf.

    γέγονα Il.19.122

    , etc.: [ per.] 3pl.

    γέγοναν Apoc.21.6

    : [tense] plpf.

    ἐγεγόνει Lys.31.17

    , etc.; [dialect] Ion.

    ἐγεγόνεε Hdt.2.2

    ; [dialect] Ep. forms (as if from [tense] pf. γέγᾰα), [ per.] 2pl.

    γεγάᾱτε Batr.143

    ;

    γεγάᾱσι Il.4.325

    , freq. in Od.: [ per.] 3pl. γεγᾱκᾰσιν cj. in Emp.23.10: [ per.] 3 dual [tense] plpf. ἐκ-γεγάτην [ᾰ] Od.10.138; inf. γεγάμεν [ᾰ] Pi.O.9.110, ([etym.] ἐκ) Il.5.248, etc.; part. γεγᾰώς -ᾰυῖα, pl.

    -ᾰῶτες, -ᾰυῖαι Hom.

    , etc., [var] contr.

    γεγώς, -ῶσα S.Aj. 472

    , E.Med. 406; inf.

    γεγᾱκειν Pi.O.6.49

    : [voice] Med. forms ἐκγεγάασθε Epigr.Hom.16, ἐκ-γεγάονται (in [tense] fut. sense) h.Ven. 197 (s.v.l.):—[voice] Pass. forms, [tense] fut. γενηθήσομαι (only in Pl.Prm. 141e, οὔτε γενήσεται, οὔτε γενηθήσεται, cf. Procl.in Prm.p.963 S.): [tense] aor.

    ἐγενήθην Epich.209

    , Archyt.1, Hp.Epid.6.8.32,7.3, later [dialect] Att., Philem. 95.2 and 167, IG2.630b10 (i B. C.) and Hellenistic Gk., Plb.2.67.8, D.S.13.51: [tense] pf.

    γεγένημαι Simon.69

    , freq. in [dialect] Att. Poets and Prose, in [dialect] Att. inscr. first in cent. iv, IG2.555: [ per.] 3pl.

    γεγενέανται Philet.

    ap.Eust.1885.51: [tense] plpf.

    ἐγεγένητο Th.7.18

    , al.; cf. γείνομαι:— come into a new state of being: hence,
    I abs., come into being opp. εἶναι, Emp.17.11, Pl.Phd. 102e, cf. Ti. 29a; and so,
    1 of persons, to be born, νέον γεγαώς new born, Od.19.400; ὑπὸ Τμώλῳ γεγαῶτας born (and so living) under Tmolus, Il.2.866;

    ἢ πρόσθε θανεῖν ἢ ἔπειτα γ. Hes.Op. 175

    ; γιγνομέναισι λάχη τάδ'.. ἐκράνθη at our birth, A.Eu. 347;

    γ. ἔκ τινος Il.5.548

    , Hdt.7.11;

    πατρὸς ἐκ ταὐτοῦ E.IA 406

    , cf. Isoc.5.136;

    σέθεν.. ἐξ αἵματος A.Th. 142

    ; less freq.

    ἀπό τινος Hdt.8.22

    , etc.;

    ἐσθλῶν E.Hec. 380

    , etc.; γεγονέναι κακῶς, καλῶς, Ar.Eq. 218, Isoc.7.37, etc.; κάλλιον, εὖ, Hdt. 1.146, 3.69; τὸ μὴ γενέσθαι not to have been born, A.Fr. 401: freq. with Numerals,

    ἔτεα τρία καὶ δέκα γεγονώς Hdt.1.119

    ;

    ἀμφὶ τὰ πέντε ἢ ἑκκαίδεκα ἔτη γενόμενος X.Cyr.1.4.16

    ;

    γεγονὼς ἔτη περὶ πεντήκοντα D. 21.154

    ; οἱ ὑπὲρ τὰ στρατεύσιμα ἔτη γεγονότες those of an age beyond.., X.Cyr.1.2.4: c. gen.,

    γεγονὼς πλειόνων ἐτῶν ἢ πεντήκοντα Pl.Lg. 951c

    , etc.: rarely with ordinals,

    ὀγδοηκοστὸν ἔτος γεγονώς Luc.Macr. 22

    , cf. Plu.Phil.18.
    2 of things, to be produced,

    ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ Od.9.51

    ; opp. ὄλλυσθαι, Parm.8.13,40; opp. ἀπόλλυσθαι, Anaxag.17, cf. Pl.R. 527b, etc.; opp. ἀπολείπειν, Diog. Apoll.7; opp. ἀπολήγειν, Emp.17.30;

    τὰ γιγνόμενα καὶ ἐξ ὧν γίγνεται Pl.Phlb. 27a

    ;

    ἁπλῇ διηγήσει ἢ διὰ μιμήσεως γ. Id.R. 392d

    ;

    ὁ ἐκ τῆς χώρας γιγνόμενος σῖτος X.Mem.3.6.13

    ; τὰ ἐν ἀγρῷ γιγνόμενα ib.2.9.4; of profits,

    καρποὶ οἱ ἐξ ἀγελῶν γ. Id.Cyr.1.1.2

    , etc.; τὰ ἆθλα ἀπὸ τεττάρων ταλάντων ἐγένοντο were the produce of, i.e. were worth, 4 talents, Id.HG4.2.7; τὸ ἀπὸ τῶν αἰχμαλώτων γενόμενον ἀργύριον produced by [the ransom of].., Id.An.5.3.4; of sums, ὁ γεγονὼς ἀριθμὸς τῶν ψήφων the total of the votes, Pl.Ap. 36a; ἕκατον εἴκοσι στατήρων γίγνονται τρισχίλιαι τριακόσιαι ἑξήκοντα [δραχμαί] 120 staters amount to 3, 360 drachmae, D.34.24; so in Math., of products,

    ὁ ἐξ αὐτῶν γενόμενος ἀριθμός Euc.7.24

    ; ἀριθμὸς γενόμενος ἑκατοντάκις multiplied by 100, Papp.10.13; of times of day,

    ὡς ἡ ἡμέρα ἐγένετο Th.7.81

    , etc.;

    ἕως ἂν φῶς γένηται Pl.Prt. 311a

    ;

    ἅμα ἕῳ γιγνομένῃ Th.4.32

    ; of Time in general, elapse,

    διέτης χρόνος ἐγεγόνεε ταῦτα πρήσσουσι Hdt.2.2

    ;

    χρόνου γενομένου D.S.20.109

    .
    b falldue,

    οἱ γιγνόμενοι δασμοί X.An.1.1.8

    ;

    τοὺς τόκους τοὺς γ. Isoc.17.37

    ; τὸ τίμημα τὸ γ., τὸ γ. ἀργύριον, D.24.82, Syngr. ap. eund.35.11;

    τὸ γ. μέρος X.HG7.4.33

    ;

    τὸ γ. τοῖ πλήθι τᾶς ζαμίαυ IG5(2).6

    A20 (Tegea, iv B. C.): c. dat.,

    τὸ γ. τινὶ ἔλαιον UPZ 19.32

    (ii B. C.);

    τοῖς γείτοσι τὸ γ. Thphr.Fr.97

    ;

    τὰ γ.

    dues,

    PHib.1.92

    and 111 (iii B. C.): hence γιγνόμενος regular, normal, τίμημα, χάρις, D. 38.25; ἐν ταῖς γ. ἡμέραις in the usual number of days, X.Cyr.5.4.51; freq. in later Gk., as Luc.Tox.18, etc.
    3 of events, take place, come to pass, and in past tenses to be,

    καί σφιν ἄχος κατὰ θυμὸν ἐγίγνετο Il.13.86

    , etc.;

    μάχη ἐγεγόνει Pl.Chrm. 153b

    , etc.;

    ἐκεχειρία γίγνεταί τισι πρὸς ἀλλήλους Th.4.58

    ;

    ἡ νόσος ἤρξατο γίγνεσθαι Id.2.47

    ; πνεῦμα εἰώθει γ. ib.84; τὰ Ὀλύμπια γίγνεται, τραγῳδοὶ γίγνονται, are held, X.HG7.4.28, Aeschin.3.41, etc.; ψήφισμα γ. is passed, X.Cyr.2.2.21; πιστὰ γ., ὅρκοι γ., pledges are given, oaths taken, ib.7.4.3, D.19.158; γίγνεταί τι ὑπό τινος (masc.), X.An.7.1.30, (neut.) Pl.Tht. 200e;

    τὰ γιγνόμενα ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων Th.6.88

    ;

    τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων Hdt.Praef.

    ;

    ὕβρισμα ἐκ τῶν Σαμίων γενόμενον Id.3.48

    ;

    ἀπό τινος γ. X.An.5.6.30

    ;

    παρά τινος Pl.R. 614a

    ; ὃ μὴ γένοιτο which God forbid, D.10.27,28.21; but γένοιτο, = Amen, LXX Is.25.1; γένοιτο γένοιτο ib.Ps.71(72).19: Math., γεγονέτω suppose it done, Euc.6.23, etc.;

    γέγονε

    it is done,

    Apoc.16.17

    : c. dat. et part., γίγνεταί τί μοι βουλομένῳ, ἀσμένῳ (v. βούλομαι, ἄσμενος) ; οὐκ ἂν ἐμοί γε ἐλπομένῳ τὰ γένοιτο, i.e. I could not hope to see these things take place, Od.3.228;

    ἡδομένοισι ἡμῖν οἱ λόγοι γεγόνασι Hdt.9.46

    , etc.; of sacrifices, omens, etc., οὐ γάρ σφι ἐγίνετο τὰ σφάγια χρηστά ib.61, cf.62;

    τὰ ἱερὰ καλὰ ἐγένετο X.An.6.4.9

    : abs., τὰ διαβατήρια ἐγ. were favourable, Th.5.55;

    θυομένῳ οὐκ ἐγίγνετο τὰ ἱερά X.HG3.1.17

    : in neut. part., τὸ γενόμενον the event, the fact, Th.6.54; τὰ γενόμενα the facts, X.Cyr.3.1.9, etc.;

    τὸ γιγνόμενον Pl.Tht. 161b

    , etc.; τὰ γεγενημένα the past, X.An.6.2.14; τὸ γενησόμενον the future, Th.1.138; τὰ γεγονότα, opp. ὄντα, μέλλοντα, Pl.R. 392d, cf. Lg. 896a: of Time,

    ὡς τρίτη ἡμέρη τῷ παιδίῳ ἐκκειμένῳ ἐγένετο Hdt.1.113

    ;

    ἕως ἄν τινες χρόνοι γένωνται Pl.Phd. 108c

    ; but in [tense] pf. and [tense] plpf., to have passed,

    ὡς διετὴς χρόνος ἐγεγόνεε Hdt.2.2

    ;

    πρὶν ἓξ μῆνας γεγονέναι Pl.Prt. 320a

    : impers., ἐγένετο or γέγονεν ὥστε .. it happened, came to pass that.., X.HG5.3.10, Isoc. 6.40, etc.; ἐγένετο, ὡς ἤκουσεν.. καὶ ἐθυμώθη it came to pass, when he heard.. that.., LXX Ge.39.19;

    ἐγένετο ἐν τῷ πορεύεσθαι.. καὶ διήρχετο Ev.Luc.17.11

    : c. inf., γίνεται εὑρεῖν it is possible to find, Thgn.639; ἐγένετο, c. acc. et inf., it came to pass that, Act.Ap.9.3, al., PAmh.2.135.10 (ii A. D.): c. dat. et inf.,

    ἐάν σοι γένηται στραφῆναι Epict.Ench. 23

    .
    II folld. by a Predicate, come into a certain state, become, and (in past tenses), to be,
    1 folld. by Nouns and Adjs.,

    δηΐοισι δὲ χάρμα γ. Il.6.82

    , cf. 8.282;

    σωτὴρ γενοῦ μοι A.Ch.2

    ;

    κωλυτὴς γ. τινός Th.3.23

    ; [

    οὖροι] νηῶν πομπῆες γ. Od.4.362

    , etc.; πάντα δὲ γιγνόμενος πειρήσεται turning every way, ib. 417; παντοῖος γ., folld. by μή, c. inf., Hdt.3.124;

    παντοῖος γ. δεόμενος Id.7.10

    .

    γ; ἐκ πλουσίου πένης γ. X.An.7.7.28

    ;

    δημοτικὸς ἐξ ὀλιγαρχικοῦ γ. Pl.R. 572d

    : rarely c. part., μὴ προδοὺς ἡμᾶς γένῃ, i.e. προδότης ἡμῶν, S.Aj. 588, cf. Ph. 773;

    μὴ ἀπαρνηθεὶς γένῃ Pl.Sph. 217c

    ;

    ἀποτετραμμένοι ἐγένοντο Th. 3.68

    , etc.: with Pron., τί γένωμαι ; what am I to become, i.e. what is to become of me? A.Th. 297, cf. Theoc.15.51;

    οὐκ ἔχοντες ὅτι γένωνται Th.2.52

    ; less freq. with masc.,

    οὐδ' ἔχω τίς ἂν γενοίμαν A.Pr. 905

    ;

    γίγνονται πάνθ' ὅτι βούλονται Ar.Nu. 348

    .
    b in past tenses, having ceased to be, ὁ γενόμενος στρατηγός the ex-strategus, POxy.38.11 (i A. D.); ἡ γ. γυνή τινος the former wife, PFlor.99.4 (i/ii A. D.).
    2 with Advbs.,

    κακῶς χρῆν Κανδαύλῃ γενέσθαι Hdt.1.8

    ; εὖ, καλῶς, ἡδέως γ., it goes well, etc., X.An.1.7.5, Arr.Epict.3.24.97, LXX To. 7.9; with personal construction,

    οἱ παρὰ Πλάτωνι δειπνήσαντες ἐς αὔριον ἡδέως γίγνονται Plu.2.127b

    ; δίχα γ. τοῦ σώματος to be parted from.., X.Cyr.8.7.20; τριχῇ γ. to be in three divisions, Id.An.6.2.16; γ. ἐμποδών, ἐκποδών, E.Hec. 372, X.HG6.5.38, etc.
    3 folld. by oblique cases of Nouns,
    a c. gen., γ. τῶν δικαστέων, τῶν γεραιτέρων, become one of.., Hdt.5.25, X.Cyr.1.2.15, cf. Ar.Nu. 107, etc.;

    βουλῆς γεγονώς D.C.36.28

    (cf. supr.1.b); fall to, belong to,

    ἡ νίκη Ἀγησιλάου ἐγεγένητο X.HG4.3.20

    ; to be under control of,

    ὁ νοῦς ὅταν αὑτοῦ γένηται S. OC 660

    , cf. Pl.Phdr. 250a (s. v.l.);

    ὑμῶν αὐτῶν γενέσθαι D.4.7

    (also

    ἐντὸς ἑωυτοῦ γ. Hdt.1.119

    ;

    ἐν ἑαυτῷ γ. X.An.1.5.17

    ;

    ἐν σαυτοῦ γενοῦ S.Ph. 950

    );

    τὴν πόλιν ἐλπίδος μεγάλης γινομένην Plu.Phoc.23

    : of things, to be at, i.e. cost, so much,

    αἱ τριχίδες εἰ γενοίαθ' ἑκατὸν τοὐβολοῦ Ar.Eq. 662

    , cf.X.Oec.20.23.
    b c. dat., fall to, i. e. as wife, LXXNu.36.11.
    c with Preps., γ. ἀπὸ δείπνου, ἐκ θυσίας, have done.., Hdt.2.78, 1.50; πολὺν χρόνον γ. ἀπό τινος to be separated from.., X.Mem.1.2.25; γ. εἴς τι turn into,

    τὸ κακὸν γ. εἰς ἀγαθόν Thgn.162

    ; freq. in LXX,

    ἐγενήθη μοι εἰς γυναῖκα Ge.20.12

    ; εἰς βρῶσιν ib.La.4.10; εἰς οὐδέν, εἰς κενόν, Act.Ap.5.36, 1 Ep.Thess. 3.5;

    ἐς Αακεδαίμονα Hdt.5.38

    (in Hom. even without Prep.,

    ἐμὲ χρεὼ γ. Od.4.634

    ); γ. τι εἴς τινα comes to him, of a dowry, Is.3.36; of a ward, And.1.117; γ. ἐξ ὀφθαλμῶν τινι to be out of sight, Hdt.5.24; ἐξ ἀνθρώπων γ. disappear from.., Paus.4.26.6;

    γ. ἐν Χίῳ Hdt.5.33

    , etc.; γ. ἐν .., to be engaged in.., οἱ ἐν ποιήσει γινόμενοι in poetry, Id.2.82; ἐν [πολέμῳ] Th.1.78;

    ἐν πείρᾳ γ. τινος X.An.1.9.1

    ; ἐν ὀργῇ, ἐν αἰτίᾳ πρός τινα γ., Plu.Flam.16, Rom.7; of things, ἐν καιρῷ γ. to be in season, X.HG4.3.2;

    ἐν τύχῃ γ. τινί τι Th.4.73

    ; γ. διὰ γηλόφων, of a road, X.An.3.4.24; but δι' ἔχθρας γ. τινί to be at enmity with, Ar.Ra. 1412; γ. ἐπὶ ποταμῷ arrive or be at.., Hdt.1.189, etc.; γ. ἐπί τινι fall into or be in one's power, X.An.3.1.13, etc.;

    ἐπὶ συμφοραῖς γ. D.21.58

    codd. (- ᾶς Schaefer); γ. ἐπί τινι, also, to be set over.., X.Cyr.3.3.53; γ. ἐφ' ἡμῶν αὐτῶν to be alone, Aeschin.2. 36;

    γ. ἐπὶ τῆς διοικήσεως D.C.43.48

    ; γ. ἐπ' ἐλπίδος to be in hope, Plu.Sol.14: Math., γ. ἐπὶ ἀριθμόν to be multiplied into a number, Theol.Ar.3; γ. κατά τινα or τι to be near.. or opposite to.., in battle, X.Cyr.7.1.14, HG4.2.18; but κατὰ ξυστάσεις γ. to be formed into groups, Th.2.21;

    καθ' ἓν γ. Id.3.10

    ; καθ' αὑτοὺς γ. to be alone, D.10.52; γ. μετὰ τοῦ θείου to be with God, X.Cyr.8.7.27, etc.;

    ἡ νίκη γ. σύν τινι Id.Ages.2.13

    ; γ. παρ' ἀμφοτέροις τοῖς πράγμασι to be present on both sides, Th.5.26; γ. παρά τι to depend upon.., D.18.232; γ. περὶ τὸ συμβουλεύειν to be engaged in.., Isoc.3.12; γενοῦ πρός τινα go to So-and-so, PFay. 128, etc.; γ. πρὸς τῇ καρδίᾳ to be at or near.., Pl.Phd. 118, etc.; γ. πρός τινι to be engaged in.., Isoc. 12.270, D.18.176; αὐτὸς πρὸς αὑτῷ meditate, Plu.2.151c; so

    γ. πρὸς τὸ ἰᾶσθαι Pl.R. 604d

    ;

    πρὸς παρασκευήν Plb.1.22.2

    : impers.,

    ἐπεὶ πρὸς ἡμέραν ἐγίγνετο X.HG2.4.6

    ; γενέσθαι πρός τινων to be inclined towards them, Hdt.7.22; γ. πρὸ ὁδοῦ to be forward on the way, Il.4.382; γ. ὑπό τινι to be subject to.., Hdt.7.11, Th.7.64; γ. ὑπὸ ταῖς μηχαναῖς to be under the protection of.., X.Cyr.7.1.34.
    4 γίγνεται folld. by pl. nouns,

    ἵνα γίγνηται.. ἀρχαί τε καὶ γάμοι Pl.R. 363a

    , cf. Smp. 188b;

    ἐγένετο.. ἡμέραι ὀκτώ Ev.Luc.9.28

    . (Cf. jánati 'procreate', jánas ( = γένος), Lat. gigno, gnatus.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γίγνομαι

  • 19 εἰ

    εἰ, [dialect] Att.-[dialect] Ion. and Arc. (for εἰκ, v. infr. 11 ad init.), = [dialect] Dor. and [dialect] Aeol. αἰ, αἰκ (q. v.), Cypr.
    A

    Inscr.Cypr.135.10

    H., both εἰ and αἰ in [dialect] Ep.:— Particle used interjectionally with imper. and to express a wish, but usu. either in conditions, if, or in indirect questions, whether. In the former use its regular negative is μή; in the latter, οὐ.
    A INTERJECTIONALLY, in Hom., come now! c. imper.,

    εἰ δὲ.. ἄκουσον Il.9.262

    ; εἰ δὲ καὶ αὐτοὶ φευγόντων ib.46; most freq. with ἄγε (q. v.), 1.302, al.
    2 in wishes, c. opt.,

    ἀλλ' εἴ τις.. καλέσειεν 10.111

    , cf. 24.74; so later,

    εἴ μοι ξυνείη μοῖρα S.OT 863

    (lyr.);

    εἴ μοι γένοιτο φθόγγος ἐν βραχίοσιν E.Hec. 836

    : more freq. folld. by

    γάρ, αἲ γὰρ δὴ οὕτως εἴη Il.4.189

    , al.;

    εἰ γὰρ γενοίμην ἀντὶ σοῦ νεκρός E.Hipp. 1410

    ;

    εἰ γὰρ γένοιτο X.Cyr.6.1.38

    ;

    εἰ γὰρ ἐν τούτῳ εἴη Pl.Prt. 310d

    ; of unattained wishes, in Hom. only c. opt.,

    εἰ γὰρ ἐγὼν.. Διὸς πάϊς αἰγιόχοιο εἴην Il.13.825

    ;

    Ζεῦ πάτερ, αἰ γὰρ ἐμὸς πόσις εἴη Alcm.29

    ; later with past tenses of ind.,

    εἰ γάρ μ' ὑπὸ γῆν.. ἧκεν A.Pr. 152

    (anap.); εἰ γὰρ τοσαύτην δύναμιν εἶχον ὥστε .. E.Alc. 1072: twice in Od. c. inf. (cf. the use of inf. in commands),

    αἰ γὰρ τοῖος ἐὼν.. ἐμὸς γαμβρὸς καλέεσθαι 7.311

    , cf. 24.376.
    b εἴθε, [dialect] Ep. αἴθε, is freq. used in wishes in the above constructions,

    εἴθε οἱ αὐτῷ Ζεὺς ἀγαθὸν τελέσειεν 2.33

    ;

    εἴθ' ὣς ἡβώοιμι Il.7.157

    ;

    ἰὼ γᾶ, εἴθ' ἔμ' ἐδέξω A.Ag. 1537

    (lyr.);

    εἴθε σοι, ὦ Περίκλεις, τότε συνεγενόμην X.Mem.1.2.46

    : later c. inf.,

    γαίης χθαμαλωτέρη εἴθε.. κεῖσθαι AP9.284

    (Crin.).
    c εἰ γάρ, εἴθε are also used with ὤφελον ([dialect] Ep. ὤφελλον), of past unattained wishes,

    αἴθ' ὤφελλες στρατοῦ ἄλλου σημαίνειν Il.14.84

    ; εἰ γὰρ ὤφελον [κατιδεῖν] Pl.R. 432c.
    d folld. by a clause expressing a consequence of the fulfilment of the wish, αἰ γὰρ τοῦτο.. ἔπος τετελεσμένον εἴη· τῷ κε τάχα γνοίης .. Od. 15.536, cf. 17.496, al.; sts. hard to distinguish from εἰ in conditions (which may be derived from this use),

    εἴ μοί τι πίθοιο, τό κεν πολὺ κέρδιον εἴη Il.7.28

    .
    B IN CONDITIONS, if:
    I with INDIC.,
    1 with all tenses (for [tense] fut., v. infr. 2), to state a condition, with nothing implied as to its fulfilment, εἰ δ' οὕτω τοῦτ' ἐστίν, ἐμοὶ μέλλει φίλον εἶναι but if this is so, it will be.., Il.1.564: any form of the Verb may stand in apodosi,

    εἰ θεοί τι δρῶσιν αἰσχρόν, οὐκ εἰσὶν θεοί E.Fr.292.7

    ;

    εἰ δοκεῖ, πλέωμεν S.Ph. 526

    ;

    εἰ Φαῖδρον ἀγνοῶ, καὶ ἐμαυτοῦ ἐπιλέλησμαι Pl.Phdr. 228a

    ;

    κάκιστ' ἀπολοίμην, Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ Ar.Ra. 579

    , cf. Od.17.475;

    εἰ θεοῦ ἦν, οὐκ ἦν αἰσχροκερδής· εἰ δ' αἰσχροκερδής, οὐκ ἦν θεοῦ Pl.R. 408c

    ;

    εἰ ταῦτα λέγων διαφθείρω τοὺς νέους, ταῦτ' ἂν εἴη βλαβερά Id.Ap. 30b

    , cf. 25b; εἰ οὗτοι ὀρθῶς ἀπέστησαν, ὑμεῖς ἂν οὐ χρεὼν ἄρχοιτε if these were right in their revolt, (it would follow that) you rule when you have no right, Th.3.40.
    b to express a general condition, if ever, whenever, sts. with [tense] pres.,

    εἴ τις δύο ἢ καὶ πλείους τις ἡμέρας λογίζεται, μάταιός ἐστιν S.Tr. 943

    : with [tense] impf.,

    εἴ τίς τι ἠρώτα ἀπεκρίνοντο Th.7.10

    : rarely with [tense] aor., D.S.31.26.1, S.E.P.1.84; cf. 111.2.
    2 with [tense] fut. (much less freq. than ἐάν c. subj.), either to express a future supposition emphatically,

    εἰ φθάσομεν τοὺς πολεμίους κατακαίνοντες οὐδεὶς ἡμῶν ἀποθανεῖται X.Cyr.7.1.19

    ;

    εἰ μὴ βοηθήσετε οὐ περιέσται τἀκεῖ Th.6.91

    ; εἰ αὕτη ἡ πόλις ληφθήσεται, ἔχεται ἡ πᾶσα Σικελία ibid.; in threats or warnings,

    εἰ μὴ καθέξεις γλῶσσαν ἔσται σοι κακά E.Fr.5

    ;

    εἰ τιμωρήσεις Πατρόκλῳ, αὐτὸς ἀποθανῇ Pl.Ap. 28c

    , cf. D.28.21: or,
    b to express a present intention or expectation, αἶρε πλῆκτρον εἰ μαχεῖ if you mean to fight, Ar.Av. 759;

    ἐγὼ μὲν οὐκ ἀνήρ.. εἰ ταῦτ' ἀνατεὶ τῇδε κείσεται κράτη S.Ant. 485

    , cf. Il.1.61, E.Hec. 863.
    3 with historical tenses, implying that the condition is or was unfulfilled.
    a with [tense] impf., referring to present time or to continued or repeated action in past time (in Hom. always the latter, Il.24.715, al.): ταῦτα οὐκ ἂν ἐδύναντο ποιεῖν, εἰ μὴ διαίτῃ μετρίᾳ ἐχρῶντο they would not be able to do this (as they do), if they did not live an abstemious life, X.Cyr.1.2.16, cf. Pl.R. 489b; οὐκ ἂν νήσων ἐκράτει, εἰ μή τι καὶ ναυτικὸν εἶχεν he ([place name] Agamemnon) would not have been master of islands, if he had not had also some naval force, Th.1.9;

    αἰ δ' ἦχες ἔσλων ἴμερον ἢ κάλων.. αἴδως κεν.. ἦχεν Sapph.28

    ; εἰ ἦσαν ἄνδρες ἀγαθοὶ.. οὐκ ἄν ποτε ταῦτα ἔπασχον if they had been good men, they would never have suffered as they did, Pl.Grg. 516e, cf. X.Mem.1.1.5; εἰ γὰρ ἐγὼ τάδε ᾔδἐ.. οὐκ ἂν ὑπεξέφυγε if I had known this.., Il.8.366.
    b with [tense] aor. referring to past time,

    εἰ μὴ ἔφυσε θεὸς μέλι.. ἔφασκον γλύσσονα σῦκα πέλεσθαι Xenoph.38

    ; εἰ μὴ ὑμεῖς ἤλθετε, ἐπορευόμεθα ἂν ἐπὶ βασιλέα had you not come, we should be on our way.., X.An.2.1.4;

    καὶ ἴσως ἂν ἀπέθανον, εἰ μὴ ἡ ἀρχὴ διὰ ταχέων κατελύθη Pl.Ap. 32d

    , cf. Il.5.680, Od.4.364, D.4.5, 27.63: with [tense] plpf. in apodosi,

    εἰ τριάκοντα μόναι μετέπεσον τῶν ψήφων, ἀπεπεφεύγη ἄν Pl. Ap. 36a

    .
    c rarely with [tense] plpf. referring to action finished in past or present time, λοιπὸν δ' ἂν ἦν ἡμῖν ἔτι περὶ τῆς πόλεως διαλεχθῆναι, εἰ μὴ προτέρα τῶν ἄλλων τὴν εἰρήνην ἐπεποίητο if she had not (as she has done) made peace before the rest, Isoc.5.56, cf. Pl.Ti. 21c.
    II with SUBJ., εἰ is regularly joined with ἄν ([dialect] Ep. κε, κεν), cf. ἐάν: Arc. εἰκαν in Tegean Inscrr. of iv B. C. (IG5(2).3.16, 31, 6.2, SIG306.34) should be understood as εἰκ ἄν (εἰ: εἰκ = οὐ: οὐκ), since εἰ δ' ἄν is also found in IG5(2).3.2, 6.45, and εἰκ alone, ib.3.21; but ἄν ([etym.] κε, κεν) are freq. absent in Hom. as Od.5.221, 14.373 (and cf. infr. 2), and Lyr., Pi. (who never uses εἰ with ἄν or κε ([etym.] ν)) P.4.266, al.; in dialects,

    αἰ δείλητ' ἀγχωρεῖν IG9(1).334.6

    ([dialect] Locr., v B. C.), cf. Foed.[dialect] Dor. ap. Th.5.79; rarely in Hdt.,

    εἰ μὴ ἀναβῇ 2.13

    ; occasionally in Trag., A.Eu. 234, S.OT 198 (lyr.), etc.; very rarely in [dialect] Att. Prose,

    εἰ ξυστῶσιν αἱ πόλεις Th.6.21

    ;

    εἴ τι που ἄλσος ἢ τέμενος ἀφειμένον ᾖ Pl.Lg. 761c

    : in later Prose,

    εἴ τις θελήσῃ Apoc.11.5

    ;

    εἰ φονεύῃ Plot.2.9.9

    , cf. Procl. Inst.26.
    1 when the apodosis is [tense] fut., to express a future condition more distinctly and vividly than εἰ c. opt., but less so than εἰ c. [tense] fut. ind. (supr. 1.2a); εἰ δέ κεν ὣς ἕρξῃς καί τοι πείθωνται Ἀχαιοί, γνώσῃ ἔπειθ' .. if thou do thus.., thou shalt know, Il.2.364, cf. 1.128, 3.281, Od.17.549;

    ἂν δέ τις ἀνθιστῆται, σὺν ὑμῖν πειρασόμεθα χειροῦσθαι X. An.7.3.11

    ; ἂν μὴ νῦν ἐθέλωμεν ἐκεῖ πολεμεῖν αὐτῷ, ἐνθάδ' ἴσως ἀναγκασθησόμεθα τοῦτο ποιεῖν if we be not now willing, D.4.50, cf. X.Cyr. 5.3.27: folld. by imper., ἢν εἰρήνης δοκῆτε δεῖσθαι, ἄνευ ὅπλων ἥκετε ib.3.2.13, cf. 5.4.30.
    2 when the apodosis is present, denoting customary or repeated action, to express a general condition, if ever, ἤν ποτε δασμὸς ἵκηται, σοὶ τὸ γέρας πολὺ μεῖζον (sc. ἐστί) whenever a division comes, your prize is (always) greater, Il.1.166; ἢν ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται θνῄσκειν if death come near, E.Alc. 671; with ἄν omitted,

    εἴ περ γάρ τε χόλον.. καταπέψῃ ἀλλά.. ἔχει κότον Il.1.81

    .
    b with Rhet. present in apodosis, ἐὰν μὴ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν, οὐκ ἔστι κακῶν παῦλα there is (i.e. can be, will be) no rest.., Pl.R. 473d.
    III with OPTATIVE (never with ἄν in early Gr., later ἐάν c. opt., Dam.Pr. 114, al.),
    1 to express a future condition less definitely than ἐάν c. subj., usu. with opt. with ἄν in apod., ἦ κεν γηθήσαι Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες.. εἰ σφῶιν τάδε πάντα πυθοίατο μαρναμένοιιν surely they would exult, if they should hear.., Il.1.255, cf. 7.28, Od.3.223;

    εἴης φορητὸς οὐκ ἄν, εἰ πράσσοις καλῶς A.Pr. 979

    ;

    οὐδὲ γὰρ ἄν με ἐπαινοίη, εἰ ἐξελαύνοιμι τοὺς εὐεργέτας X.An.7.7.11

    ;

    οἶκος δ' αὐτός, εἰ φθογγὴν λάβοι, σαφέστατ' ἂν λέξειεν A.Ag.37

    , etc.: [tense] fut. opt. is f.l. in Pl.Tht. 164a: with [tense] pres. ind. in apod., Xenoph.34.3, Democr.253: with [tense] fut.ind., Meliss.5.
    b in Hom.sts. with [tense] pres. opt., to express an unfulfilled present condition, εἰ μὲν νῦν ἐπὶ ἄλλῳ ἀεθλεύοιμεν, ἦ τ' ἂν ἐγὼ τὰ πρῶτα φεροίμην if we were now contending, etc., Il.23.274: rarely in Trag., εἰ μὴ κνίζοι ( = εἰ μὴ ἔκνιζε) E.Med. 568; also

    εἰ ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι, ἑλοίμην ἂν μᾶλλον ἀδικεῖσθαι Pl.Grg. 469c

    .
    2 when the apodosis is past, denoting customary or repeated action, to express a general condition in past time (corresponding to use of subj. in present time, supr. 11.2); once in Hom.,

    εἴ τίς με.. ἐνίπτοι, ἀλλὰ σὺ τόν γ'.. κατέρυκες Il.24.768

    ; εἰ δέ τινας θορυβουμένους αἴσθοιτο.., κατασβεννύναι τὴν ταραχὴν ἐπειρᾶτο if he should see ( whenever he saw) any troops in confusion, he (always) tried, X.Cyr.5.3.55, cf. An.4.5.13, Mem.4.2.40; εἴ τις ἀντείποι, εὐθὺς ἐτεθνήκει if any one made objection, he was a dead man at once, Th. 8.66;

    ἀλλ' εἴ τι μὴ φέροιμεν, ὤτρυνεν φέρειν E.Alc. 755

    . For εἰ c. ind. in this sense v. supr. 1.1: ind. and opt. are found in same sentence,

    ἐμίσει, οὐκ εἴ τις κακῶς πάσχων ἠμύνετο, ἀλλ' εἴ τις εὐεργετούμενος ἀχάριστος φαίνοιτο X.Ages.11.3

    .
    3 in oratio obliqua after past tenses, representing ἐάν c. subj. or εἰ with a primary (never an historical) tense of the ind. in oratio recta, ἐλογίζοντο ὡς, εἰ μὴ μάχοιντο, ἀποστήσοιντο αἱ πόλεις (representing ἐὰν μὴ μαχώμεθα, ἀποστήσονται) X.HG6.4.6, cf. D.21.104, X.HG5.2.2; ἔλεγεν ὅτι, εἰ βλαβερὰ πεπραχὼς εἴη, δίκαιος εἴη ζημιοῦσθαι (representing εἰ βλαβερὰ πέπραχε, δίκαιός ἐστι) ib.32, cf. An.6.6.25; εἰ δέ τινα φεύγοντα λήψοιτο, προηγόρευεν ὅτι ὡς πολεμίψ χρήσοιτο (representing εἴ τινα λήψομαι, χρήσομαι) Id.Cyr.3.1.3; also, where oratio obliqua is implied in the leading clause, οὐκ ἦν τοῦ πολέμου πέρας Φιλίππῳ, εἰ μὴ Θηβαίους.. ἐχθροὺς ποιήσειε τῇ πόλει, i.e. Philip thought there would be no end to the war, unless he should make.. (his thought having been ἐὰν μὴ ποιήσω), D.18.145;

    ἐβούλοντο γὰρ σφίσιν, εἴ τινα λάβοιεν, ὑπάρχειν ἀντὶ τῶν ἔνδον, ἢν ἄρα τύχωσί τινες ἐζωγρημένοι Th.2.5

    .
    4 c. opt. with ἄν, only when the clause serves as apodosis as well as protasis, cf. Pl.Prt. 329b, D.4.18, X.Mem.1.5.3 (v.

    ἄν A. 111

    . d).
    IV c. INF., in oratio obliqua, only in Hdt.,

    εἰ γὰρ δὴ δεῖν πάντως περιθεῖναι ἄλλῳ τέῳ τὴν βασιληΐην, [ἔφη] δικαιότερον εἶναι κτλ. 1.129

    ;

    εἰ εἶναι τοῦτο μὴ φίλον 2.64

    , cf. 172, 3.105, 108.
    V after Verbs denoting wonder, delight, indignation, disappointment, contentment, and similar emotions, εἰ c. ind. is used instead of ὅτι, to express the object of the feeling in a hypothetical form, θαυμάζω εἰ μηδεὶς ὑμῶν μήτ' ἐνθυμεῖται μήτ' ὀργίζεται, ὁρῶν .. I wonder that no one of you is either concerned or angry when he sees.., D.4.43;

    οὐκ ἀγαπᾷ εἰ μὴ δίκην δέδωκεν, ἀλλ' εἰ μὴ καὶ χρυσῷ στεφάνῳ στεφανωθήσεται ἀγανακτεῖ Aeschin.3.147

    : after past tenses,

    ἐθαύμασε δ' εἰ μὴ φανερόν ἐστιν X.Mem.1.1.13

    ;

    δεινὸν εἰσῄει, εἰ μὴ.. δόξει D.19.33

    ;

    ἐθαύμαζον εἴ τι ἕξει τις χρήσασθαι τῷ λόγῳ Pl.Phd. 95a

    ;

    οὐδὲ ᾐσχύνθη εἰ.. ἐπάγει D.21.105

    : in oratio obliqua (expressed or implied) c. opt., ἐπεῖπεν ὡς δεινὸν (sc. εἴη)

    εἰ.. μεγαλόψυχος γένοιτο Aeschin.2.157

    ;

    ᾤκτιρον εἰ ἁλώσοιντο X.An.1.4.7

    ; ἐθαύμαζε δ' εἴ τις ἀρετὴν ἐπαγγελλόμενος ἀργύριον πράττοιτο he wondered that any one should demand money, Id.Mem.1.2.7; ἔχαιρον ἀγαπῶν εἴ τις ἐάσοι I rejoiced, being content if any one should let it pass, Pl.R. 450a:—in this use the neg. οὐ is also found,

    ἀγανακτῶ εἰ ὁ Φίλιππος ἁρπάζων οὐ λυπεῖ D.8.55

    ;

    δεινὸν ἂν εἴη εἰ οἱ ἐκείνων ξύμμαχοι οὐκ ἀπεροῦσιν Th.1.121

    ;

    τέρας λέγεις, εἰ οὐκ ἂν δύναιντο λαθεῖν Pl.Men. 91d

    , etc.
    VI in citing a fact as a ground of argument or appeal, as surely as, since, εἴ ποτ' ἔην γε if there was [as there was], i.e. as sure as there was such an one, Il.3.180, al.;

    εἰ τότε κοῦρος ἔα, νῦν αὖτέ με γῆρας ὀπάζει 4.321

    ; πολλοὺς γὰρ οἶκε εἶναι εὐπετέστερον διαβάλλειν ἢ ἕνα, εἰ Κλεομένεα μὲν μοῦνον οὐκ οἷός τε ἐγένετο διαβαλεῖν, τρεῖς δὲ μυριάδας Ἀθηναίων ἐποίησε τοῦτο it seems easier to deceive many than one, if (as was the fact, i.e. since) he was not able.., Hdt.5.97, cf. 1.60,al.
    VII ELLIPTICAL CONSTRUCTIONS:
    1 with apodosis implied in the context, εἰ having the force of in case, supposing that, πρὸς τὴν πόλιν, εἰ ἐπιβοηθοῖεν, ἐχώρουν they marched towards the city [so as to meet the citizens], in case they should rush out, Th.6.100; ἱκέται πρὸς σὲ δεῦρ' ἀφίγμεθα, εἴ τινα πόλιν φράσειας ἡμῖν εὔερον we have come hither to you, in case you should tell us of some fleecy city (i.e. that we might hear of it), Ar.Av. 120; παρέζεο καὶ λαβὲ γούνων, αἴ κέν πως ἐθέλῃσιν ἐπὶ Τρώεσσιν ἀρῆξαι sit by him and grasp his knees [so as to persuade him], in case he be willing to help the Trojans, Il.1.408, cf. 66, Od.1.94, 3.92; ἄκουσον καὶ ἐμοῦ, ἐάν σοι ἔτι ταὐτὰ δοκῇ hear me also [that you may assent], in case the same opinion please you, Pl.R. 358b; ἰδὲ δή, ἐάν σοι ὅπερ ἐμοὶ συνδοκῇ look now, in case you approve what I do, ib. 434a.
    2 with apodosis suppressed for rhetorical reasons, εἴ περ γάρ κ' ἐθέλῃσιν Ὀλύμπιος.. στυφελίξαι if he wish to thrust him away, [he will do so], Il.1.580; εἰ μὲν δώσουσι γέρας—· εἰ δέ κε μὴ δώωσιν, ἐγὼ δέ κεν αὐτὸς ἕλωμαι if they shall give me a prize, [well and good]; but if they give not, then I will take one for myself, 1.135, cf. 6.150, Ar.Pl. 468; καὶ ἢν μὲν ξυμβῇ ἡ πεῖρα—· εἰ δὲ μή .. and if the attempt succeed, [well]; otherwise.., Th.3.3, cf. Pl.Prt. 325d.
    3 with the Verb of the protasis omitted, chiefly in the following expressions:
    a εἰ μή except,

    οὐδὲν ἄλλο σιτέονται, εἰ μὴ ἰχθῦς μοῦνον Hdt. 1.200

    ; μὰ τὼ θεώ, εἰ μὴ Κρίτυλλά γ' [εἰμί]—nay, if I'm not Critylla! i.e. I am, Ar.Th. 898; εἰ μὴ ὅσον except only,

    ἐγὼ μέν μιν οὐκ εἶδον, εἰ μὴ ὅσον γραφῇ Hdt.2.73

    , cf. 1.45, 2.20;

    εἰ μὴ εἰ Th.1.17

    , Pl.Grg. 480b, etc.; εἰ μή τι οὖν, ἀλλὰ σμικρόν γέ μοι τῆς ἀρχῆς χάλασον if nothing else, yet.., Id.Men. 86e; ironical,

    εἰ μὴ ἄρα ἡ τῆς ἀρετῆς ἐπιμέλεια διαφθορά ἐστιν X.Mem.1.2.8

    ;

    εἰ μή πέρ γε τὸν ὑοσκύαμον χρήματα εἶναι φήσομεν Id.Oec.1.13

    .
    b εἰ δὲ μή but if not, i.e. otherwise,

    προηγόρευε τοῖς Λαμψακηνοῖσι μετιέναι Μιλτιάδεα, εἰ δὲ μή, σφέας πίτυος τρόπον ἀπείλεε ἐκτρίψειν Hdt.6.37

    , cf. 56; after μάλιστα μέν, Th.1.32,35, etc.:—after a preceding neg., μὴ τύπτ'· εἰ δὲ μή, σαυτόν ποτ' αἰτιάσει don't beat me; otherwise, you will have yourself to blame, Ar.Nu. 1433;

    ὦ Κῦρε, μὴ οὕτω λέγε· εἰ δὲ μή, οὐ θαρροῦντά με ἕξεις X.Cyr.3.1.35

    ;

    οὔτ' ἐν τῷ ὕδατι τὰ ὅπλα ἦν ἔχειν· εἰ δὲ μή Id.An.4.3.6

    , cf. Th.1.28, 131, Pl.Phd. 91c.
    c εἰ δέ sts. stands for

    εἰ δὲ μή, εἰ μὲν βούλεται, ἑψέτω· εἰ δ', ὅτι βούλεται, τοῦτο ποιείτω Pl.Euthd. 285c

    , cf. Smp. 212c;

    εἰ δ' οὖν S.Ant. 722

    ;

    εἰ δ' οὕτως Arist.EN 1094a24

    ; εἰ δὲ τοῦτο and if so, Str.2.1.29.
    d εἰ γάρ for if so, Id.7.3.6.
    e εἴ τις if any, i. e. as much as or more than any,

    τῶν γε νῦν αἴ τις ἐπιχθονίων, ὀρθῶς B.5.5

    ;

    ὄτλον ἄλγιστον ἔσχον, εἴ τις Αἰτωλὶς γυνή S.Tr.8

    , cf. OC 734; εἴ τις ἄλλος, siquis alius, E.Andr.6, etc.;

    εἴ τινες καὶ ἄλλοι Hdt.3.2

    , etc.;

    εἴπερ τις ἄλλος Pl.R. 501d

    ; also κατ' εἰ δέ τινα τρόπον in any way, IG 5(2).6.27 ([place name] Tegea).
    f εἴ ποτε or εἴπερ ποτέ now if ever,

    ἡμῖν δὲ καλῶς, εἴπερ ποτέ, ἔχει.. ἡ ξυναλλαγή Th.4.20

    , cf. Ar.Eq. 594;

    αἴ ποτα κἄλλοτα Alc.Supp.7.11

    , cf. X.An.6.4.12, etc.; but in prayers,

    εἴ ποτέ τοι ἐπὶ νηὸν ἔρεψα.. τόδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ Il.1.39

    .
    g εἴ ποθεν (sc. δυνατόν ἐστι) if from any quarter, i.e. from some quarter or other, S.Ph. 1204 (lyr.); so εἴ ποθι somewhere, anywhere, Id.Aj. 885 (lyr.);

    εἴ που Od.4.193

    .
    h εἴ πως ib. 388, X.An.2.3.11: in an elliptical sentence (cf. VII. 1),

    πρέσβεις πέμψαντες, εἴ πως πείσειαν Th.1.58

    .
    VIII with other PARTICLES:
    2 for ὡς εἰ, ὡς εἴ τε, ὥσπερ εἰ, etc., v. ὡς and ὥσπερ.
    3 for εἰ ἄρα, v. ἄρα; for εἰ δή, εἴπερ, v. εἰ δή, εἴπερ; for εἴ γε, v. γέ.
    IX in neg. oaths, = Hebr. im, LXXPs.94(95).11, Ev.Marc.8.12, al.
    C IN INDIRECT QUESTIONS, whether, folld. by the ind., subj., or opt., according to the principles of oratio obliqua:
    1 with IND. after primary tenses, representing the same tense in the direct question, σάφα δ' οὐκ οἶδ' εἰ θεός ἐστιν whether he is a god, Il.5.183;

    εἰ ξυμπονήσεις.. σκόπει S.Ant.41

    .
    2 with SUBJ. after primary tenses, representing a dubitative subj. in the direct question, τὰ ἐκπώματα οὐκ οἶδ' εἰ Χρυσάντᾳ τουτῳῒ δῶ whether I should give them, X.Cyr.8.4.16: sts. elliptical,

    ἐς τὰ χρηστήρια ἔπεμπε, εἰ στρατεύηται ἐπὶ τοὺς Πέρσας Hdt.1.75

    .
    3 OPT. after past tenses, representing either of the two previous constructions in the direct question, ἤρετο εἴ τις ἐμοῦ εἴη σοφώτερος he asked whether any one was wiser than I (direct ἔστι τις σοφώτερος;), Pl.Ap. 21a;

    ἐπεκηρυκεύετο Πεισιστράτῳ, εἰ βούλοιτό οἱ τὴν θυγατέρα ἔχειν γυναῖκα Hdt.1.60

    : rarely [tense] aor. opt. for the [tense] aor. ind., ἠρώτων αὐτὸν εἰ ἀναπλεύσειεν I asked him whether he had set sail (direct ἀνέπλευσας;), D.50.55: but [tense] aor. opt. usually represents [tense] aor. subj., τὸν θεὸν ἐπήροντο εἰ παραδοῖεν Κορινθίοις τὴν πόλιν.. καὶ τιμωρίαν τινὰ πειρῷντ' ἀπ' αὐτῶν ποιεῖσθαι they asked whether they should deliver their city to the Corinthians, and should try.., Th.1.25:—in both constructions the ind. or subj. may be retained, ψῆφον ἐβούλοντο ἐπαγαγεῖν εἰ χρὴ πολεμεῖν ib. 119; ἐβουλεύοντο εἴτε κατακαύσωσιν.. εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται whether they should burn them or should dispose of them in some other way, Id.2.4; ἀνακοινοῦσθαι αὐτὸν αὑτῷ εἰ δῷ ἐπιψηφίσαι τοῖς προέδροις [he said that] he consulted him whether he should give.., Aeschin.2.68.
    4 with OPT. and ἄν when this was the form of the direct question, ἠρώτων εἰ δοῖεν ἂν τούτων τὰ πιστά they asked whether they would give (direct δοιήτε ἄν;), X.An.4.8.7.
    5 the NEG. used with εἰ in indirect questions is οὐ, when οὐ would be used in the direct question, ἐνετέλλετο.. εἰρωτᾶν εἰ οὔ τι ἐπαισχύνεται whether he is not ashamed, Hdt.1.90, etc.; but if μή would be required in the direct form, it is retained in the indirect, οὐ τοῦτο ἐρωτῶ, ἀλλ' εἰ τοῦ μὲν δικαίου μὴ ἀξιοῖ πλέον ἔχειν μηδὲ βούλεται ὁ δίκαιος, τοῦ δὲ ἀδίκου (the direct question would be μὴ ἀξιοῖ μηδὲ βούλεται; he does not see fit nor wish, does he?) Pl.R. 349b:—in double indirect questions, εἴτε.. εἴτε.. ; εἰ.. εἴτε.. ; εἴτε.. ἢ .., either οὐ or μή can be used in the second clause,

    ὅπως ἴδῃς εἴτ' ἔνδον εἴτ' οὐκ ἔνδον S.Aj.7

    ;

    σκοπῶμεν εἰ ἡμῖν πρέπει ἢ οὔ Pl.R. 451d

    ; εἰ ἀληθὲς ἢ μή, πειράσομαι μαθεῖν ib. 339a;

    πολλὰ ἂν περιεσκέψω, εἴτε ἐπιτρεπτέον εἴτε οὔ·.. οὐδένα λόγον οὐδὲ συμβουλὴν ποιῇ, εἴτε χρὴ ἐπιτρέπειν σαυτὸν αὐτῷ εἴτε μή Id.Prt. 313a

    , 313b;

    ἀνάγκη τὴν ἐμὴν μητέρα, εἴτε θυγάτηρ ἦν Κίρωνος εἴτε μή, καὶ εἰ παρ' ἐκείνῳ διῃτᾶτο ἢ οὔ, καὶ γάμους εἰ διττοὺς ὑπὲρ ταύτης εἱστίασεν ἢ μὴ.. πάντα ταῦτα εἰδέναι τοὺς οἰκέτας Is.8.9

    ; τοὺς νόμους καταμανθάνειν εἰ καλῶς κεῖνται ἢ μή.. τοὺς λόγους εἰ ὀρθῶς ὑμᾶς διδάσκουσιν ἢ οὔ Antipho 5.14.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰ

  • 20 καταπατέω

    A trample under foot, Th.7.84, etc.; ὑσὶ τὸ σπέρμα κ. trample down the seed (i.e. have it trampled down) by swine, Hdt. 2.14:—[voice] Pass., Id.7.173, 223, Th.5.72, D.34.37;

    τὸν ἐγκέφαλον ἐν ταῖς πτέρναις -πεπατημένον φορεῖν Id.7.45

    .
    2 metaph.,

    κατὰ δ' ὅρκια πιστὰ πάτησαν Il.4.157

    ;

    κ. τοὺς νόμους Pl.Lg. 714a

    ;

    τὰ γράμματα Id.Grg. 484a

    ;

    τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ Ep.Hebr.10.29

    ;

    ὅρκον Lib.Ep.14.1

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταπατέω

См. также в других словарях:

  • πιστά — πιστόν neut nom/voc/acc pl πιστός 1 liquid neut nom/voc/acc pl πιστά̱ , πιστός 1 liquid fem nom/voc/acc dual πιστά̱ , πιστός 1 liquid fem nom/voc sg (doric aeolic) πιστός 2 to be trusted neut nom/voc/acc pl πιστά̱ , πιστός 2 to be trusted fem… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιστά — επίρρ. τροπ. 1. με πίστη, αφοσίωση: Υπηρέτησε πιστά το αφεντικό του. 2. με ακρίβεια: Να αντιγράψεις πιστά το κείμενο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πίστα — η, Ν 1. επίπεδο μέρος σταδίου ή ιπποδρόμου κατάλληλο για ασκήσεις ή αγώνες 2. επίπεδος και συνήθως στρογγυλός χώρος σε κέντρο ψυχαγωγίας κατάλληλος για χορό 3. ο χώρος όπου διεξάγονται αγώνες αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών ή ποδηλάτων 4. κατάλληλα… …   Dictionary of Greek

  • πίστα — η (λ. ιταλ.) 1. στίβος. 2. χώρος για χορό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πιστάς — πιστά̱ς , πιστός 1 liquid fem acc pl πιστά̱ς , πιστός 2 to be trusted fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιστός — I Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Έδεσσα της Ελλάδας και μαρτύρησε επί Μαξιμιανού (285 305), μαζί με τη μητέρα του Βάσσα και τα αδέλφια του Θεογόνιο και Αγάπιο. Η μνήμη τους τιμάται στις 21 Αυγούστου. II Επίσκοπος της… …   Dictionary of Greek

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • ντουμπλάζ — Λατινογενής όρος, που στα ελληνικά μπορεί να αποδοθεί μεταγλώττιση, και υποδηλώνει στη γλώσσα του κινηματογράφου την τεχνική μέθοδο, η οποία επιτρέπει να αντικαθίσταται κατά την εκτύπωση της θετικής κόπιας της ταινίας ο αρχικός ήχος με μια άλλη… …   Dictionary of Greek

  • γκολφ — Άθλημα ανοιχτού χώρου. Κατά τη διάρκειά του, κάθε παίκτης προσπαθεί να ρίξει την μπάλα με όσο το δυνατόν λιγότερα χτυπήματα, μέσα σε διαδοχικές τρύπες ενός κατάλληλα διαμορφωμένου γηπέδου.Κάθε παίκτης χτυπάει την μπάλα με κατάλληλα ρόπαλα… …   Dictionary of Greek

  • ηθοποιώ — ἠθοποιῶ, έω (Α) [ηθοποιός] 1. διαπλάθω το ήθος, διαμορφώνω τον χαρακτήρα 2. εικονίζω, περιγράφω πιστά ήθη, χαρακτήρες, εκφράσεις προσώπων με τον λόγο ή με τη ζωγραφική («ἠθοποιεῑ και κατασκευάζει τά πρόσωπα τῷ λόγῳ πιστά», Διον. Αλ.) 3. εκφράζω… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»