Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

κρήνη-θεν

См. также в других словарях:

  • λίμνηθεν — (Α) επίρρ. από τη λίμνη ή από τη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λίμνη + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. κρήνη θεν, πάτρη θεν)] …   Dictionary of Greek

  • ξένηθεν — ξένηθεν, ιων. τ. ξείνηθεν (Α) επίρρ. από ξένη χώρα, από την ξενιτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξένη / ξείνη «ξένη χώρα» + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. κρήνη θεν)] …   Dictionary of Greek

  • παλαχήθεν — παλαχῆθεν (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ἐκ γενεᾱς, ἐκ παλαιοῡ». [ΕΤΥΜΟΛ. < παλαχή + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. κρήνη θεν)] …   Dictionary of Greek

  • κρήνηθεν — (Α) επίρρ. από την κρήνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρήνη + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. άλλο θεν, οίκο θεν)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»