Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

διφόρος

См. также в других словарях:

  • δίφορος — bearing fruit twice in the year masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίφορος — η, ο (AM δίφορος, ον) 1. (για φυτά) αυτός που καρποφορεί δύο φορές τον χρόνο, δίκαρπος νεοελλ. 1. (για καρπούς) αυτός που προέρχεται από τη δεύτερη καρποφορία τού δέντρου 2. (για τους μεταξοσκώληκες) εκείνος που αναπαράγεται δύο φορές τον χρόνο… …   Dictionary of Greek

  • δίφορος — η, ο (βοτ.), αυτός που παράγει καρπούς δύο φορές το χρόνο: Η συκιά είναι δίφορη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δίφορον — δίφορος bearing fruit twice in the year masc/fem acc sg δίφορος bearing fruit twice in the year neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διφόρου — δίφορος bearing fruit twice in the year masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διφόρους — δίφορος bearing fruit twice in the year masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διφόρων — δίφορος bearing fruit twice in the year masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δίφοροι — δίφορος bearing fruit twice in the year masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Dimitris Tsaloumas — (born 1921) is a contemporary Greek Australian poet. Contents 1 Biography 2 Bibliography 3 External links 4 References …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»