-
1 они
они (н)их, (н)им, (н)ими, о них) αυτοί, αυτές, αυτά· они там ' будут ( αυτοί) θα είναι εκεί· это сделали мы. а не они το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι· их не было дома έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι* мы были у них ήμαστε σ' αυτούς* я им напишу θα τους γράψω γράμμα* пойдём к ним πάμε σ' αυτούς, πάμε να τους δούμε· перевод сделан ими τη μετάφραση την κάνανε αυτοί* пойдём с ними πάμε μαζί τους, πάμε μ' αυτούς; я узнал о них много интересного έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι' αυτούς* * *((н)их, (н)им, (н)ими, о них)αυτοί, αυτές, αυτάони́ там бу́дут — (αυτοί) θα είναι εκεί
э́то сде́лали мы, а не они́ — το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι
их не́ было до́ма — έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι
мы бы́ли у них — ήμαστε σ'αυτούς
я им напишу́ — θα τους γράψω γράμμα
пойдём к ним — πάμε σ'αυτούς, πάμε να τους δούμε
перево́д сде́лан и́ми — τη μετάφραση την κάνανε αυτοί
пойдём с ни́ми — πάμε μαζί τους, πάμε μ'αυτούς
я узна́л о них мно́го интере́сного — έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι'αυτούς
См. также в других словарях:
Ελ Σαλβαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ελ Σαλβαδόρ Έκταση: 21.041 τ. χλμ Πληθυσμός: 6.178.700 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Σαν Σαλβαδόρ (504.000 κάτ. το 2003)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γουατεμάλα και στα Α με την Ονδούρα, ενώ στα… … Dictionary of Greek
Ιορδανία — Επίσημη ονομασία: Χασεμιτικό Βασίλειο της Ιορδανίας Έκταση: 92.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 5.307.470 (2002) Πρωτεύουσα: Αμμάν (1.415.000 κάτ. το 1999)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Δ με το Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη… … Dictionary of Greek
Γουατεμάλα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γουατεμάλας Έκταση: 108.890 τ.χλμ Πληθυσμός: 11.986.558 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Γουατεμάλα (1.090.310 κάτ. το 2002)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει Β και ΒΔ με το Μεξικό, Α με την Μπελίζ και την Ονδούρα,… … Dictionary of Greek
Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… … Dictionary of Greek
άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… … Dictionary of Greek
βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… … Dictionary of Greek
μετρώ — άω (ΑΜ μετρῶ, έω) [μέτρον] 1. προσδιορίζω τις διαστάσεις, την ένταση ή την αξία ενός πράγματος με βάση ορισμένη μετρική μονάδα (α. «το οικόπεδο μετρήθηκε και είναι 450 τετραγωνικά μέτρα» β. «τάς χώρας σφέων μετρήσας κατά παρασάγγας», Ηρόδ.) 2.… … Dictionary of Greek
πλοίαρχος — Επαγγελματικός χαρακτηρισμός του κυβερνήτη εμπορικού πλοίου. (Στο Πολεμικό Ναυτικό ενδεικτικό βαθμού). Στην κοινή ναυτική γλώσσα ονομάζεται καπετάνιος και σύμφωνα με τον κώδικα της ναυσιπλοΐας κυβερνήτης. Ο επαγγελματικός τίτλος που δίνει… … Dictionary of Greek
πολυκρατής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Τύραννος της Σάμου (πέθανε το 522 π.Χ.). Από αριστοκρατική οικογένεια, κατέλαβε (538;) με τη βοήθεια των οπαδών του την αφρούρητη πόλη, ενώ οι Σάμιοι έλειπαν στο ιερό της Ήρας για την ετήσια γιορτή της. Με τη βοήθεια… … Dictionary of Greek
προβοσκιδωτά — Τάξη θηλαστικών, η ονομασία των οποίων προέρχεται από το ότι είναι προικισμένα με προβοσκίδα. Τα π. εμφανίστηκαν κατά το ηώκαινο στην Αφρική και διαδόθηκαν κατά το τριτογενές και τεταρτογενές σε ολόκληρο τον κόσμο, εκτός από την Αυστραλία· μερικά … Dictionary of Greek
προσκλητήριο — το, Ν 1. έγγραφο ή έντυπο σημείωμα ή δελτίο με το οποίο γίνεται μια πρόσκληση (α. «προσκλητήριο χορού β. «μάς έστειλαν προσκλητήρια για τον γάμο τής κόρης τους») 2. στρ. α) συγκέντρωση στρατιωτικής μονάδας σε παράταξη, με σκοπό τον έλεγχο τής… … Dictionary of Greek