Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ταρτάρου

См. также в других словарях:

  • Ταρτάρου — Τάρταρος the nether world fem gen sg Ταρταρόω cast into Tartarus imperf ind act 3rd sg Ταρταρόω cast into Tartarus pres imperat act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ταρτάρου — ταρταρόω cast into Tartarus pres imperat act 2nd sg ταρταρόω cast into Tartarus imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κευθμών — κευθμών, ῶνος, ὁ (Α) [κεύθω] 1. κρύπτη, κρυψώνας, σπηλιά («κευθμῶνας ὀρέων», Πίνδ.) 2. ο κάτω κόσμος, ο Άδης («Ταρτάρου μελαμβαθὴς κευθμὼν καλύπτει» τόν σκεπάζει ο βαθύς και σκοτεινός θόλος τού Ταρτάρου, ο κατασκότεινος κρυψώνας, Αισχύλ.) …   Dictionary of Greek

  • Άνεμοι — Μυθολογικά πρόσωπα. Πρόκειται για τερατόμορφες προσωποποιήσεις των στοιχείων της φύσης, που προκαλούν τρόμο στους ανθρώπους, ή ήρεμες και ευεργετικές θεότητες (κανονικοί άνεμοι). Οι πρώτοι αντιπροσωπεύονται από τα τέρατα Τυφάωνα ή Τυφωέα, Έχιδνα …   Dictionary of Greek

  • Nephilim — For other uses, see Nephilim (disambiguation). The Nephilim (plural) are the offspring of the sons of God and the daughters of men in Genesis 6:4, or giants who inhabit Canaan in Numbers 13:33. A similar word with different vowel sounds is used… …   Wikipedia

  • TYPHOEUS — Gigas Terrae et Titani fil. quem illa Iovi irata in perniciem caelestium fertur edidisle. Virg. l. 1. Georg. v. 279. Tum partu terra nesando Caeumque Iapetumque creat, saevumque Typhoea. Huius manus robustae, pedes indefessi erant ac serpentini,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Όλυμπος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Αυλητής, ραψωδός και ποιητής, που έζησε πριν από τον Τρωικό πόλεμο. Του αποδίδεται η εφεύρεση της αυλητικής ή η διάδοση της στην Ελλάδα. 2. Ό. ο Νεότερος. Αυλητής από τη Μυσία, που έζησε κατά πάσα πιθανότητα τον… …   Dictionary of Greek

  • Ταρταρίτης — ὁ, Α ο κάτοικος τού Ταρτάρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τάρταρος + επίθημα ίτης (πρβλ. σελην ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • Ταρταρόφρουρος — ον, Α φρουρός τού Ταρτάρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τάρταρος + φρουρός] …   Dictionary of Greek

  • Τυφών — Τέρας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που η κορφή του έφτανε στα άστρα και τα χέρια του στην Ανατολή και τη Δύση. Από τα μάτια του έβγαιναν φλόγες, και από τα εκατό κεφάλια του κραυγές και σφυρίγματα. Αποτελούσε προσωποποίηση της έκρηξης των… …   Dictionary of Greek

  • εγκέλαδος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους Γίγαντες, γιους της Γης. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Γιγαντομαχία, όπου ήταν αντίπαλος της Αθηνάς, η οποία τον σκότωσε ρίχνοντας επάνω του το νησί Σικελία ή την Αίτνα. Σκηνές από την πάλη της Αθηνάς με τον Ε.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»