Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Πάνδαρος

См. также в других словарях:

  • Πάνδαρος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάνδαρος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Λυκάονα και αρχηγός των Λυκίων της Ζελείας στον Τρωικό πόλεμο. Είναι αυτός που στην Ιλιάδα παραβίασε τη συμφωνία ανακωχής που είχαν συνάψει οι Αχαιοί με τους Τρώες και τραυμάτισε τον Μενέλαο με το τόξο του …   Dictionary of Greek

  • Πανδάρεον — Πάνδαρος masc acc sg Πάνδαρος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδαρέη — Πάνδαρος fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδαρέου — Πάνδαρος masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδαρέῳ — Πάνδαρος masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδάρεος — Πάνδαρος masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδάρου — Πάνδαρος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδάρων — Πάνδαρος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πανδάρῳ — Πάνδαρος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάνδαρε — Πάνδαρος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»