Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Ζάν

См. также в других словарях:

  • Ζαν — Ζάν, Ζανός, ὁ (Α) δωρ. και ιων. τ. τού Ζήν, Ζηνός, βλ. Ζευς …   Dictionary of Greek

  • Ζαν ντ’ Αρκ — (Jeanne d’ Arc, Ντομρεμί, Καμπανία 1412 – Ρουέν 1431). Γαλλίδα ηρωίδα και αγία της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Σε ηλικία 13 ετών είδε στον κήπο του πατρικού σπιτιού της το πρώτο από τα οράματά της, όπου παρουσιαζόταν ο αρχάγγελος Μιχαήλ, η αγία… …   Dictionary of Greek

  • Γκαμπέν, Ζαν — (Jean Gabin, Μιριέλ, Σεν ε Ουάζ 1904 – 1976). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γάλλου ηθοποιού του κινηματογράφου Ζαν Αλεξίς Μονκορζέ (Moncorgé). Αφού εργάστηκε για οκτώ χρόνια στο ελαφρύ θέατρο, παρουσιάστηκε στον κινηματογράφο με το φιλμ οπερέτα… …   Dictionary of Greek

  • Αλαμπέρ, Ζαν Λε Ρον Ντ΄- — (Jean Le Rond d’ Alembert, Παρίσι 1717 – 1783). Γάλλος μαθηματικός, φυσικός και φιλόσοφος. Νόθος γιος του στρατηγού Ντεστούς και της Μαντάμ ντε Τανσέν, εγκαταλείφθηκε αμέσως μετά τη γέννησή του στα σκαλοπάτια της εκκλησίας Σεν Ζαν Λε Ρον (από… …   Dictionary of Greek

  • Βατό, Ζαν-Αντουάν — (Jean Antoine Watteau, Βαλανσιέν 1684 – Νοζάν σιρ Μαρν 1721). Γάλλος ζωγράφος. Η περίφημη σειρά των έργων του Αβρές γιορτές (Fêtes galantes) είναι η τελειότερη έκφραση του λεπτού γαλλικού πνεύματος των αρχών του 18ου αι. Λίγες πληροφορίες… …   Dictionary of Greek

  • Κορό, Ζαν-Μπατίστ Καμίγ — (Jean Baptiste CamilleCorot, Παρίσι 1796 – 1875). Γάλλος ζωγράφος. Μαθήτευσε για διάστημα τριών ετών στο εργαστήριο του Ζαν Βικτόρ Μπερτέν, ενώ παράλληλα ζωγράφιζε στα περίχωρα του Παρισιού, στο δάσος του Φοντενεμπλό και στη Νορμανδία. Το 1825… …   Dictionary of Greek

  • Λιλί, Ζαν-Μπατίστ ή Λούλι, Τζιοβάνι Μπατίστα — (Jean Baptiste Lulli ή Giovanni Battista Lulli, Φλωρεντία 1632 – Παρίσι 1687). Ιταλός συνθέτης, γαλλικής υπηκοότητας. Το 1646 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου σπούδασε βιολί, τραγούδι και χορό και αναδείχτηκε στην Αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ’, αρχικά ως …   Dictionary of Greek

  • Ανουίγ, Ζαν — (Jean Anouilh, Μπορντό 1910 – 1987). Γάλλος θεατρικός συγγραφέας. Στις πρώτες του κωμωδίες,όπως Η Ερμίνα (1932), Ο ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές (1937) και Η άγρια (1938), που μπορούν να θεωρηθούν προοίμιο της μελλοντικής θεατρικής του… …   Dictionary of Greek

  • Αραγκό, Φρανσουά Ντομινίκ Ζαν — (François Dominique Jean Arago, Εσταζέλ νταλε Ρουσιγιόν 1786 – Παρίσι 1853). Γάλλος φυσικός, αστρονόμος και πολιτικός. Μόλις αποφοίτησε από την πολυτεχνική σχολή του Παρισιού, πήρε μέρος μαζί με τον Ζαν Μπατίστ Μπιό στις εργασίες μέτρησης του… …   Dictionary of Greek

  • Βαν Νταμ, Ζαν Κλοντ — (Βέλγιο 1961 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Βέλγου ηθοποιού Ζαν Κλοντ Βαν Βάρενμπεργκ. Στράφηκε στον κινηματογράφο αμέσως μόλις έγινε γνωστός από τις πολεμικές τέχνες, όταν κέρδισε στο πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα καράτε. Νωρίτερα ασχολήθηκε με τη… …   Dictionary of Greek

  • Ζαρ, Ζαν Μισέλ — (Jean Michel Jarre, Λιόν 1948 –). Γάλλος συνθέτης, γιος του Μορίς Ζαρ (βλ. λ.). Ξεκίνησε τις μουσικές σπουδές του σε ηλικία 5 ετών και διδάχθηκε αρμονία, αντίστιξη και φούγκα στο Παρισινό Ωδείο. Οι μουσικές ανησυχίες του τον οδήγησαν, το 1968,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»