Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

(τύμβου

См. также в других словарях:

  • τύμβου — τύμβος sepulchral mound masc gen sg τυμβόω decrepitus pres imperat act 2nd sg τυμβόω decrepitus imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαραθών — Αρχαία πόλη της Αττικής. Ήταν χτισμένος σε πεδιάδα με την ίδια ονομασία στα ΒΑ της πόλης των Αθηνών και έμεινε στην ιστορία κυρίως από την περίφημη μάχη που έγινε εκεί τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. μεταξύ Αθηναίων («προμαχούντων των Ελλήνων»… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Δίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Δίου ιδρύθηκε το 1983 κοντά στον αρχαιολογικό χώρο. Η περιήγησή σας στο μουσείο ξεκινά από το χώρο της αυλής. Στα δεξιά σας θα δείτε μια σειρά από μαρμάρινους βωμούς, που τοποθετούνταν πάνω από τους μακεδονικούς τάφους στη …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Πύλου Αντωνοπούλειο — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πύλου χτίστηκε το 1956, με έξοδα του οδοντίατρου Χρήστου Αντωνόπουλου, για να στεγάσει τα πλούσια ευρήματα της Πυλίας που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη. Στο μουσείο στεγάζονται αγγεία, έργα μικροτεχνίας,… …   Dictionary of Greek

  • Tymvou — (Greek: Τύμβου , Turkish: Ercan ) is a village located in central Cyprus in the Nicosia District. It resides in the de facto Turkish Republic of Northern Cyprus (recognised only by Turkey), and is also the location of Nicosia s first airport,… …   Wikipedia

  • Турецкая Республика Северного Кипра — У этого термина существуют и другие значения, см. Кипр. Турецкая Республика Северного Кипра тур. Kuzey Kıbrıs Türk Cumhuriyeti …   Википедия

  • MONUMENTUM — Iureconsulto ff. de Religiosis, et sumptibus funerum, idem est quod Graecis Cenotaphium, ita enim ille: Si ibi sit corpus, dici sepulchrum: si absit, dici Monumentum, ut et Graecis Cenotaphium, quia structum solum ad memoriam defuncti. Virgilio… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • POMPEJI Tumulus — apud Ael. Spartian. in Hadriano, c. 14. Sed in monte Casio, quum videndi Solis ortûs gratiâ nocte ascendisset. imbre ortô fulmen decidens hostiam et victimarium sacrificanti afflavit. Peragratâ Arabiâ Pelusium venit et Pompeii tumulum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • TUMULUS — a tumore et mole terrae, Funger. pro Sepulchro, frequens. Antiquitus enim locum sepulturae quisque sibi, antequam moreretur, eligebat, quem nigrô signabat lapide. Cum dein homo defunctus esset, super cadaver terra aggerebatur, Tumulusque fiebat:… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • μνηματίτης — μνηματίτης, ὁ (ΑΜ) φρ. «μνηματίτης λόγος» ο λόγος που εκφωνείται γύρω από τον τάφο νεκρού, επιτάφιος λόγος, νεκρολογία μσν. φύλακας τύμβου. [ΕΤΥΜΟΛ. < μνῆμα, ατος + κατάλ. ίτης (πρβλ. στυλ ίτης)] …   Dictionary of Greek

  • νώτο — το (ΑΜ νῶτον, τό, Α και νῶτος, ό) (κυρίως στον πληθ.) τα νώτα και, αρχ., oἱ νῶτοι η ραχιαία επιφάνεια τού κορμού τού ανθρώπου και τών ζώων, η ράχη, η πλάτη νεοελλ. 1. στον πληθ. στρατ. τα πίσω τμήματα τής γραμμής τού μετώπου, τα μετόπισθεν 2. φρ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»