Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

Ἑλληνικόν

  • 1 Kindred

    adj.
    P. and V. συγγενής, οἰκεῖος, ναγκαῖος, προσήκων, V. σύγγονος. ἐγγενής, γενέθλιος, ὁμογενής (also Plat. but rare P.), ὁμόσπορος, σναιμος, ὅμαιμος, ὁμαίμων.
    Of nations: P. and V. ὁμόφυλος.
    Murder of kindred: P. ἐμφύλιον αἷμα (Plat.). V. ἔμφυλον αἷμα, αἷμα κοινόν, αἷμα γενέθλιον, αὐθέντης φόνος.
    Murdering kindred, adj.: V. αὐτόχειρ.
    met., of things: P. and V. συγγενής, δελφός, προσήκων, P. σύννομος.
    ——————
    subs.
    Use adj.
    'Tis a Greek custom ever to honour one's kindred: V. Ἑλληνικόν τοι τὸν ὁμόθεν τιμᾶν ἀεί (Eur., Or. 486).

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Kindred

  • 2 World

    subs.
    The inhabited globe: P. ἡ οἰκουμένη.
    The earth: P. and V. γῆ; see Earth.
    All men: P. and V. πάντες.
    The whole Greek world: P. τὸ Ἑλληνικόν.
    The Universe: P. κόσμος, ὁ.
    In this world: P. and V. ἐνθδε, νω, V. νωθεν.
    In this world and the next: V. κἀκεῖ κἀνθδε, P. καὶ ἐνθάδε καὶ ἐν ᾍδου (Plat., Gorg. 525B).
    If in the next world, so also in this: P. εἴπερ ἐκεῖ κἀνθάδε (Plat., Rep. 451B).
    Gentle in this world he is gentle in the next: Ar, ὁ δʼ εὔκολος μὲν ἐνθάδʼ εὔκολος δʼ ἐκεῖ (Ar., Ran. 82).
    The under-world: P. and V. ᾍδης, ὁ.
    In the under-world: P. and V. κτω, ἐκεῖ, ἐν ᾍδου, V. νέρθε(ν), ἔνερθε(ν).
    From the under-world: P. and V. κτωθεν, V. ἔνερθε(ν), νέρθε(ν).
    To the under-world: P. and V. εἰς ᾍδου, ἐκεῖσε.
    Of the under-world, adj.: P. and V. χθόνιος (Plat. but rare P.), V. νέρτερος.
    Those in the under-world: P. and V. οἱ κτω, οἱ κτωθεν, οἱ ἐκεῖ, V. οἱ ἔνερθε, οἱ νέρτεροι, οἱ ἐνέρτεροι, οἱ κατὰ χθονός; see Dead.
    If after all those in the under-world have any perception of what happens in this: P. εἰ ἄρα τοῖς ἐκεῖ φρόνησίς ἐστι περὶ τῶν ἐνθάδε γιγνομένων (Isoc. 308B).
    Where in the world? P. and V. ποῦ γῆς;
    Nowhere in the world: P. γῆς οὐδαμοῦ (Plat., Rep. 592A).
    In the world, anywhere: P. and V. που ( enclitic).
    Not for the world: P. and V. οὐδαμῶς.

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > World

См. также в других словарях:

  • Ἑλληνικόν — Ἑλληνικός Hellenic masc acc sg Ἑλληνικός Hellenic neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἑλληνικόν — Ἑλληνικός Hellenic masc acc sg Ἑλληνικός Hellenic neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελληνικόν Αίμα — Αθηναϊκή εφημερίδα που ιδρύθηκε το 1942 και κυκλοφορούσε παράνομα. Μετά την απελευθέρωση η έκδοσή της συνεχίστηκε έως το 1947, οπότε διακόπηκε προσωρινά και επανακυκλοφόρησε έως τον Ιούνιο του 1948. Ιδρυτές της ήταν οι Λ. Πηνιάτογλου, Κ.… …   Dictionary of Greek

  • Ελληνικόν Θέατρον — Δεκαπενθήμερο αθηναϊκό περιοδικό (1825 1933). Ιδρυτής του ήταν ο Π. Καλογερικός. Με τον ίδιο τίτλο εκδόθηκε το 1847 στη Σμύρνη ένα άλλο, βραχύβιο περιοδικό, από τον Γ. Ροδοκανάκη …   Dictionary of Greek

  • Забирас, Георгиос — Георгиос Забирас (Ζαβίρας, Γεώργιος, 1744 1804)  греческий учёный, автор изданной Афинским университетом «Νέα Έλλας ή έλληνικόν θέατρον»[1] (1872) и других произведений. Примечания ↑ Новая Греция: греческий театр …   Википедия

  • Dimítrios Gaziádis — (en grec moderne : Δημήτριος Γαζιάδης) né à Athènes en 1897[1] et mort dans cette même ville en 1961[2] était un des pionniers du cinéma grec. Sommaire 1 Biographie …   Wikipédia en Français

  • Βοβολίνης, Κωνσταντίνος — (1913 – 1970).Δημοσιογράφος, εκδότης και πολιτικός. Σπούδασε νομικά. Διετέλεσε βουλευτής Πειραιά, γενικός γραμματέας του δήμου Πειραιώς (1938 41) και της Βουλής (1925 53). Τον Μάιο του 1941 ίδρυσε μαζί με τον Λ. Πηνιάτογλου και τον Ι. Μήλιο, την… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… …   Dictionary of Greek

  • Παππούλιας, Δημήτριος — (Αθήνα 1878 – 1932). Έλληνας νομικός. Διδάκτορας της Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1898) και με δεκαετείς σπουδές και έρευνες στο Γκέτινγκεν και στη Λιψία, διορίστηκε το 1911 τακτικός καθηγητής του αστικού δικαίου στη Νομική Σχολή του… …   Dictionary of Greek

  • Φιριππίδης, Νικόλαος — (1878 – 1942). Ιστοριοδίφης. Διετέλεσε διευθυντής της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης στην Αλεξάνδρεια, πολλά χειρόγραφα της οποίας δημοσίευσε στο περιοδικό Εκκλησιαστικός Φάρος και σε άλλα έντυπα. Σε βιβλία του κυκλοφόρησαν τα ακόλουθα έργα: Ιστορικόν… …   Dictionary of Greek

  • Ellinikon International Airport — Infobox Airport name = Ellinikon International Airport nativename = Διεθνής Αερολιμένας Ελληνικού nativename a = nativename r = image width = caption = IATA = ΑΤΗ ICAO = LGAT type = Closed owner = operator = Closed city served = location = Athens …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»