-
1 χιονάνθρωπος
ο снежная баба -
2 баба
-
3 баба
баба Iж1. (замужняя крестьянка) уст. ἡ χωριάτισσα, ἡ γυναίκα;2. презр. τό γύναιο[ν];3. (о мужчине) презр. ὁ γυναικωτός, ὁ μαλθακός ἀντρας;4. тех. ὁ κόπανος, ὁ πασσαλομπήχτης; ◊ бой; \баба ἡ ἀντρογυναϊκα, ἡ γυναικάρα; снежная \баба ὁ χιονάνθρωπος.баба IIж кул. ἡ μπαμπά (γλύκισμα). -
4 баба
баба 1-ы θ.1. χωρική, χωριάτισσα (παντρεμένη). || παλ. γυναίκα αμόρφωτη, απολίτιστη,2. (απλ.) η σύζυγος.3. γυναίκα•вздорная баба ανόητη (άμυαλη) γυναίκα.
4. (είρν.για άντρα αδύνατου χαρακτήρα) γυναίκα.5. (παλ.) βλ. бабушка.εκφρ.баба-яга – (στα ρωσ. παραμύθια) γριά μάγισσα, στρίγγλα•бой-баба – αποφασιστική γυναίκα, αντρογυναίκα•каменная баба – αρχαίο πέτρινο είδωλο•снежная баба – χιονάνθρωπος.баба 2-ы θ.κόπανος, βαριό, πασσαλομπήχτης.баба 3-ы θ.γλυκό ταψιού (μεγάλου κυλινδρικού σχήματος). -
5 снежный
επ.χιονώδης• χιόνινος•снежный покров χιονόστρωμα•
снежный сугроб χιονοστιβάδα•
-ая погода ο χιονιάς•
-ые хлопья χιονονιφάδες•
-ая баба χιονάνθρωπος•
-ая дорога δρόμος πάνω στον πάγο.
|| χιονοσκεπής• χιονοστεφής. || χιονάτος, χιονόλευκος• χιονοειδής? -ая чистота απαστράπτουσα καθαριότητα, λαμποκοπή•-ая белизна ασπράδα χιονιού.
εκφρ.- плуг – βλ. снегопах• -ая слепота εκτυφλωτικό φως του χιονιού (από την αντανάκλαση).
См. также в других словарях:
χιονάνθρωπος — ο, Ν 1. ομοίωμα ανθρώπου που συνηθίζεται να κατασκευάζουν με χιόνι τα παιδιά, για παιχνίδι, τον χειμώνα 2. φρ. «χιονάνθρωπος τών Ιμαλαΐων» υποθετικό τερατόμορφο ον τών Ιμαλαΐων στο οποίο αποδόθηκαν ορισμένα ίχνη στη ζώνη τού αιώνιου χιονιού, που… … Dictionary of Greek
άνθρωπος — Το ανθρώπινο ον, ο πιο εξελιγμένος οργανισμός που ζει στην υδρόγειο. Homo sapiens (ά. έμφρων ή λογικός)είναι ο επιστημονικός όρος, στη συστηματική ταξινόμηση διπλής ονομασίας για το γένος (homo, ά.)και το είδος (sapiens, λογικός)στο οποίο ανήκει… … Dictionary of Greek
Κοντολέων, Μάνος — (Αθήνα 1946 –). Λογοτέχνης και δημοσιογράφος. Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες από τη Σμύρνη, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα το 1922. Σπούδασε στο φυσικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σταδιοδρόμησε ως συνεργάτης της ΕΡΤ (Γ’ Πρόγραμμα), των… … Dictionary of Greek