-
1 χειρότερος
χειρότερος, poet. comp. = χείρων, Hom. u. Hes.
-
2 χειροτερος
-
3 χειρότερος
χειρότεροςmasc nom sgχερείωνmcaner: masc nom sg (epic) -
4 χειρότερος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χειρότερος
-
5 χειρότερος
χειρότερος = χείρων, Il. 20.436 and Il. 15.513.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > χειρότερος
-
6 χειρότερος
η, ο (έρα, ον) худший -
7 Ο γιατρός είναι ο χειρότερος άρρωστος
• Врач – наихудший больнойИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ο γιατρός είναι ο χειρότερος άρρωστος
-
8 Ο κακός το πρωί, το βράδυ χειρότερος
Плохо с утра, к вечеру ещё хуже• День не задался• Если начало плохое, то и конец худойИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ο κακός το πρωί, το βράδυ χειρότερος
-
9 Ο χειρότερος κουφός είν' αυτός που δε θέλει ν' ακούσει
• Наихудший глухой – это тот, кто не хочет слушатьИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Ο χειρότερος κουφός είν' αυτός που δε θέλει ν' ακούσει
-
10 χειροτέρως
χειρότεροςadverbialχειρότεροςmasc acc pl (doric)χερείωνmcaner: adverbial (epic)χερείωνmcaner: masc acc pl (epic doric) -
11 χειρότερον
χειρότεροςmasc acc sgχειρότεροςneut nom /voc /acc sgχερείωνmcaner: masc acc sg (epic)χερείωνmcaner: neut nom /voc /acc sg (epic) -
12 χειροτέρη
χειρότεροςfem nom /voc sg (epic ionic)χερείωνmcaner: fem nom /voc sg (epic ionic) -
13 χειροτέρην
χειρότεροςfem acc sg (epic ionic)χερείωνmcaner: fem acc sg (epic ionic) -
14 χειροτέροις
χειρότεροςmasc /neut dat plχερείωνmcaner: masc /neut dat pl (epic) -
15 χειροτέροισι
χειρότεροςmasc /neut dat pl (epic ionic aeolic)χερείωνmcaner: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
16 χειροτέροισιν
χειρότεροςmasc /neut dat pl (epic ionic aeolic)χερείωνmcaner: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
17 χειροτέρους
χειρότεροςmasc acc plχερείωνmcaner: masc acc pl (epic) -
18 χειρότερα
χειρότεροςneut nom /voc /acc plχερείωνmcaner: neut nom /voc /acc pl (epic) -
19 χειρότεραι
χειρότεροςfem nom /voc plχερείωνmcaner: fem nom /voc pl (epic) -
20 χειρότεροι
χειρότεροςmasc nom /voc plχερείωνmcaner: masc nom /voc pl (epic)
- 1
- 2
См. также в других словарях:
χειρότερος — masc nom sg χερείων mcaner masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειρότερος — η, ο / χειρότερος, τέρα, ον, ΝΜΑ, και χερότερος Ν, και τ. χερειότερος Α πιο κακός, κατώτερης αξίας ή ποιότητας, πιο δυσάρεστος ή ανεπιθύμητος (α. «ο ένας κακός κι ο άλλος χειρότερος» β. «ὑπ ἀνδράσι χειροτέροισιν», Ομ. Ιλ.) νεοελλ. φρ. α) «τόσο το … Dictionary of Greek
χειρότερος — η, ο επίρρ. α συγκριτικός του κακός 1. περισσότερο κακός, κατώτερης αξίας ή ποιότητας: Ο καιρός σήμερα είναι χειρότερος από χτες. 2. το ουδ. ως ουσ., χειρότερο χειρότερη ποιότητα, αξία, κατάσταση κ.ά.: Όποιος δε δει τα χειρότερα δε θυμάται τα… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χειροτέρως — χειρότερος adverbial χειρότερος masc acc pl (doric) χερείων mcaner adverbial (epic) χερείων mcaner masc acc pl (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειρότερον — χειρότερος masc acc sg χειρότερος neut nom/voc/acc sg χερείων mcaner masc acc sg (epic) χερείων mcaner neut nom/voc/acc sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρη — χειρότερος fem nom/voc sg (epic ionic) χερείων mcaner fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρην — χειρότερος fem acc sg (epic ionic) χερείων mcaner fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροις — χειρότερος masc/neut dat pl χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροισι — χειρότερος masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέροισιν — χειρότερος masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) χερείων mcaner masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χειροτέρους — χειρότερος masc acc pl χερείων mcaner masc acc pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)