Перевод: с немецкого на все языки
προτάμνω
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
προτάμνω — Α (ιων. και επικ. τ.) βλ. προτέμνω … Dictionary of Greek
προτέμνω — ΜΑ, και ιων. και επικ. τ. προτάμνω Α [τέμνω] 1. κόβω κάτι εκ τών προτέρων σε κομμάτια και τό θέτω μπροστά από κάποιον («πρίν γ ὅτε δή σ ἐπ ἐμοῑσιν ἐγὼ γούνεσσι καθίσσας, ὄψου τ ἄσαιμι προταμών», Ομ. Ιλ.) 2. αποκόπτω («κορμὸν ἐκ ῥίζης προταμών»,… … Dictionary of Greek