-
1 μικρογλάφυρος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μικρογλάφυρος
-
2 μικρόμματος
μικρ-όμμᾰτος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μικρόμματος
-
3 μικροπρόσωπος
μικρο-πρόσωπος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μικροπρόσωπος
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский