-
1 ῥαδανίζω
ῥαδανίζω, schwenken, schwingen, schütteln, VLL.
-
2 ῥαδανίζω
ῥαδανίζω, schwenken, schwingen, schütteln -
3 ραδανίζειν
-
4 ῥαδανίζειν
-
5 ραδανίζεται
-
6 ῥαδανίζεται
-
7 ῥαδαλός
A v. ῥοδανός. [full] ῥαδαμεῖ· βλαστάνει, Hsch. [full] ῥάδαμνος, v. ὀρόδαμνος. [full] ῥᾰδαμνώδης, ες, like a young shoot, Sch.Nic. Th. 543. [full] ῥαδανᾶται· πλανᾶται, Hsch. [full] ῥαδάνη· κρόκη, ὁμοίως ῥοδάνη, Id. [full] ῥᾰδᾰνίζω, v. ῥοδάνη. [full] ῥᾰδᾰνός, v. ῥοδανός. [full] ῥαδανῶροι· οἱ τῶν λαχάνων κηπουροί, Ταραντῖνοι, Id. [full] ῥαδές· τὸ ἀμφοτέρως ἐγκεκλιμένον, Id.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ῥαδαλός
-
8 ῥοδανίζω
ῥοδαν-ίζω,= τὸ συνεχῶς τὴν κρόκην τινάσσειν, Sch. B Il.18.576, cf. Eust.1527.60; [full] ῥαδανίζω, Id.1165.22, cf. Heracleon ap.EM702.8, Hsch. ([voice] Pass.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ῥοδανίζω
См. также в других словарях:
ραδανίζω — ΜΑ βλ. ῥοδανίζω … Dictionary of Greek
ῥαδανίζειν — ῥαδανίζω like a young shoot pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥαδανίζεται — ῥαδανίζω like a young shoot pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ροδανίζω — ῥοδανίζω, ΝΜΑ, και ῥαδανίζω, αιολ. τ. βραδανίζω Α [ῥοδανός / ῥαδανός] νεοελλ. τυλίγω με το ροδάνι νήμα στα μασούρια τής ανέμης μσν. αρχ. (κατά το Σχόλ. Β. Ομ. Ιλ.) «τὸ συνεχῶς τὴν κρόκην τινάσσειν» … Dictionary of Greek