-
1 ρητορικήι
-
2 ῥητορικῆι
См. также в других словарях:
ῥητορικῆι — ῥητορικῇ , ῥητορικός oratorical fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ρητορικήι
2 ῥητορικῆι
ῥητορικῆι — ῥητορικῇ , ῥητορικός oratorical fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)