-
1 ήνίχθαι
-
2 ᾐνίχθαι
См. также в других словарях:
ᾐνίχθαι — αἰνίσσομαι speakdarkly perf inf mp αἰνίζομαι perf inf mp αἰνίζω perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ήνίχθαι
2 ᾐνίχθαι
ᾐνίχθαι — αἰνίσσομαι speakdarkly perf inf mp αἰνίζομαι perf inf mp αἰνίζω perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)