Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ᾅδας

См. также в других словарях:

  • Ἄδας — Ἄδᾱς , Ἄδα fem acc pl Ἄδᾱς , Ἄδα fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἄδᾳς — Ἄδαις , Ἄδα fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PROSCYRIA — Προσκύρια, Graecis dicuntur Psalmi XV. quos alias ἀδας τȏυ ἀναβαθμῶν, Latini Psalmos Graduum, seu Graduales, appellant; quorum primus CXX. ultimus CXXXIV. Nomen a primo, cuius initium, Πρὸς Κύριον, εν τῷ θλίβεςθαί με ἔκραξα, Ad Dominum, cum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Σάτυρος — I Άγιος της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Είναι άγνωστος ο τόπος της καταγωγής του καθώς και ο χρόνος που μαρτύρησε. Αποκεφαλίστηκε στην Καμπανία της Ιταλίας, μαζί με πολλούς άλλους των περισσότερων από τους οποίους τα ονόματα είναι άγνωστα. Η μνήμη… …   Dictionary of Greek

  • παγκοίτης — παγκοίτης, ὁ (Α) (για τον τάφο ή τον Άδη) αυτός στον οποίο όλοι θα κοιμηθούν, που χρησιμεύει ως κοίτη για όλους, δηλ. ο τάφος («ὁ παγκοίτας Ἅδας», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + κοίτης (< κοίτη)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»