-
1 θερμός
θερμός, ή, όν, (ϑέρω), warm, von der lauen Wärme des Bades an, λοετρά, Il. 14, 6 Od. 8, 249, λουτρά, Pind. Ol. 12, 21 Soph. Tr. 631 u. in Prosa, bis zur Hitze des siedenden Wassers, Od. 19, 388, und zur Gluth allmälig verkohlendes Holzes, 9, 388; Ggstz ψυχρός, oft bei Plat. u. A.; auch von trockener Fitze, ὦ πέτρας γύαλον ϑερμὸν καὶ παγετῶδες Soph. Phil. 1071; πυρὶ ϑερμῷ Ant. 615; ϑερμὰν ἀελίου ἕδραν Eur. El. 739; πνοὰς ϑερμὰς πνέω Herc. Für. 1092; ἐν τόποις ϑερμοῖς καὶ πνιγώδεσι Plut. Alex. 77. – Von Thränen, Od. 19, 362 Pind. N. 10, 75; δακρύων ῥήξασα ϑερμὰ νάματα, der Thränen heißer Quell, Soph. Tr. 915; Sp. – Vom Blute, ϑερμῷ κοπείσης φοινίῳ προσφάγματι Aesch. Ag. 1251; ϑερμὸν αἷμα Soph. O. C. 628, vgl. Ai. 1390; τὰν ϑερμοτάταν αἱμάδα κηκιομέναν ἑλκέων Phil. 690; ϑερμὸς κρουνὸς αἵματος νέου Eur. Rhes. 790; πολλῶν ἔτι ϑερμὸν αὐτοκρατόρων αἵματι Plut. Fab. 26. – Uebertr., hitzig, leidenschaftlich, verwegen, im tadelnden Sinne, ξυνειςβὰς πλοῖον εὐσεβὴς ἀνὴρ ναύτῃσι ϑερμοῖς Aesch. Spt. 585, ϑερμὴν ἐπὶ ψυχροῖσι καρδίαν ἔχεις Soph. Ant. 88, ὦ πολλὰ δὴ καὶ ϑερμὰ καὶ λόγῳ κακὰ μοχϑήσας Tr. 1035; ϑερμὰ ἀτυχήματα Plut. reip. ger. praec. 2; Ar. vrbdt ὦ ϑερμὸν ἔργον κἀνόσιον καὶ παράνομον, Plut. 415; δρᾷ τι καὶ νεανικὸν καὶ ϑερμόν Amphis bei Ath. X, 448 b; ὦ ϑερμόταται γυναῖκες Ar. Th. 735, vgl. Vesp. 918. Auch in Prosa, ϑερμότερος ἐπιχειρεῖν Antiph. 2 α 7; bes. Sp., ϑερμόν τι διαπράττεσϑαι Sext. Emp. pyrrh. 3, 193; Λυδοὶ ϑερμότεροι φύσει ὄντες Luc. Nigr., öfter; auch wie recens, noch frisch, τὸ ἔγκλημα ἔτι ϑερμὸν ἦν Luc. Peregr. 15; οὐχ ἕωλα κακά, ἀλλὰ ϑερμὰ καὶ πρόσφατα Plut. de curios. 6; ἴχνη Ep. ad. 417 (IX, 371). Von der Liebe, πόϑος ϑερμός τινος ἔχει με Philodem. 2 (V, 115). – Τὸ ϑερμόν, die Hitze, Plat. Crat. 413 c; oft sc. ὕδωρ, warmes Wasser, auch warmes Getränk, u. τὰ ϑερμά, warme Bäder.
-
2 θερμός
Aθερμὸς ἀϋτμή h.Merc. 110
, Hes.Th. 696): ([etym.] θέρω):— hot,θ. λοετρά Il.14.6
, cf. Od.8.249;θ. λουτρά Pi.O.12.19
, S.Tr. 634 (lyr.), Pl.Lg. 761c, etc.;δάκρυα Od.19.362
; of water, ib. 388; of glowing wood, 9.388;θ. καύματα Hdt.3.104
([comp] Sup.); ἦν ἄρα πυρὸςἕτερα -ότερα Ar.Eq. 382
: freq. in [dialect] Att., of hot meals or drinks, TeleclId.1.8,32, Pherecr.130.8, etc.; of blood, S.OC 622,Aj. 1411 (anap.);- οτάταν αἱμάδα Id.Ph. 696
; of fever,θ. νόσοι Pi.P.3.66
; θ. σῶμα feverish, Th.2.49.II metaph., hot-headed, hasty, freq. of persons, A.Th. 603, Eu. 560 (lyr.), Ar.V. 918, etc.;θ. καὶ ἀνδρεῖος Antipho 2.4.5
; of actions,πολλὰ καὶ θ. μοχθήσας S.Tr. 1046
;θ. ἔργον Ar.Pl. 415
;δρᾶν τι νεανικὸν καὶ θ. Amphis 33.10
;θ. ἐπὶ ψυχροῖσι καρδίαν ἔχεις S.Ant.88
;θ. πόθος AP5.114
(Phld.);φάρμακον Alciphr.1.37
([comp] Comp.): c. inf.,θερμότερος ἐπιχειρεῖν Antipho 2.1.7
: [comp] Sup.,ὦ θερμόταται γυναῖκες Ar.Th. 735
.2 still warm, fresh,ἴχνη AP9.371
;ἀτυχήματα Plu.2.798f
; θ. κακά, opp. ἕωλα, ib.517f;γάμοι θ. καὶ ἴσως αὔριον Philostr. VA4.25
.2 θ. (sc. ὕδωρ), τό, hot water, θερμῷ λοῦσθαι, βάπτειν, Ar.Nu. 1044, Ec. 216;θερμῷ κεκραμένος οἶνος Gal.11.56
; also, hot drink, Arr.Epict.1.13.2.3 θερμόν, τό, grace, favour,θ. εὑρεῖν ἐν ἐρήμῳ LXXJe.38(31).2
.4 τὰ θ. (sc. χωρία) Hdt.4.29; but (sc. λουτρά), hot springs, X.HG4.5.3;τὰ θ. τοῦ Ἡρακλέους Str.9.4.2
.IV Adv. : [comp] Comp.-ότερον, ἔχειν Eub.7.1
: neut. pl. as Adv.,θερμὰ θερμὰ πηδῶσαι Herod.4.61
.
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий