-
1 ωικοδόμησα
-
2 ὠικοδόμησα
См. также в других словарях:
ὠικοδόμησα — ᾠκοδόμησα , οἰκοδομέω build a house aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 ωικοδόμησα
2 ὠικοδόμησα
ὠικοδόμησα — ᾠκοδόμησα , οἰκοδομέω build a house aor ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)