Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὑφέσει

См. также в других словарях:

  • ὑφέσει — ὕφεσις letting down fem nom/voc/acc dual (attic epic) ὑφέσεϊ , ὕφεσις letting down fem dat sg (epic) ὕφεσις letting down fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ύφεση — (Μουσ.). Όρος της μουσικής που δείχνει την αλλοίωση του ήχου ενός μουσικού φθογγόσημου κατά ένα ημιτόνιο προς τα κάτω (μπεμόλ). Το σημείο της ύ., όταν τοποθετείται πριν από ένα φθογγόσημο, το βαρύνει κατά ένα ημιτόνιο, στη δε διπλή ύ., δυο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»