-
1 υφαίμους
-
2 ὑφαίμους
См. также в других словарях:
ὑφαίμους — ὕφαιμος suffused with blood masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 υφαίμους
2 ὑφαίμους
ὑφαίμους — ὕφαιμος suffused with blood masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)