-
1 υστερήσασαι
-
2 ὑστερήσασαι
См. также в других словарях:
ὑστερήσασαι — ὑστερήσᾱσαι , ὑστερέω to be behind aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 υστερήσασαι
2 ὑστερήσασαι
ὑστερήσασαι — ὑστερήσᾱσαι , ὑστερέω to be behind aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)