Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ὑπο-μᾰλάσσω

См. также в других словарях:

  • ὑπεμάλαττον — ὑπό μαλάσσω make soft imperf ind act 3rd pl (attic) ὑπό μαλάσσω make soft imperf ind act 1st sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεμαλάχθη — ὑπό μαλάσσω make soft aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεμάλαξε — ὑπό μαλάσσω make soft aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεμάλαττεν — ὑπό μαλάσσω make soft imperf ind act 3rd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαλάζω — και μαλάσσω (AM μαλάσσω, Α αττ. τ. μαλάττω) 1. κάνω κάτι μαλακό τρίβοντάς το με το χέρι ή με μηχανή 2. (σχετικά με μέταλλο) καθιστώ επεξεργάσιμο, μαλακώνω («ὁ σίδηρος ἐν τῷ πυρὶ μαλασσόμενος αὖθις ὑπὸ ψυχροῡ πυκνοῡται», Πλούτ.) 3. καταπραΰνω,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»