Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ὑπο-δράω

См. также в других словарях:

  • δράμα — Όρος που υπό ευρεία έννοια αναφέρεται σε κάθε έργο που προορίζεται να παιχτεί στη σκηνή (τραγωδία, κωμωδία, φάρσα, θρησκευτική παράσταση κλπ.). Ο ορισμός αυτός, που έχει λόγια προέλευση και βασίζεται στην ετυμολογική σημασία του όρου,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»