Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὑπουργόν

См. также в других словарях:

  • ὑπουργόν — ὑπουργός rendering service masc/fem acc sg ὑπουργός rendering service neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπουργός — ο, η / ὑπουργός, όν, NMA, θηλ. και υπουργίνα Ν, και ὑποεργός Α νεοελλ. 1. ανώτατος κρατικός λειτουργός που διευθύνει υπουργείο και μαζί με τους άλλους υπουργούς και τον πρωθυπουργό αποτελούν την κυβέρνηση 2. το θηλ. η υπουργίνα α) γυναίκα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»