-
1 υπουράνιος
-
2 ὑπουράνιος
-
3 υπουρανιος
-
4 ὑπουράνιος
A under heaven, under the sky,ὀξύτατον δέρκεσθαι ὑπουρανίων πετεηνῶν Il.17.675
;εἴδωλα Arat.616
;τόπος Dam.Pr.56
; οἱ ὑ. heavenly beings, Phld.Piet. 58.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπουράνιος
-
5 ὑπουράνιος
ὑπ-ουράνιος ( οὐρανός): under the heaven, ‘far and wide under the whole heaven,’ Od. 9.264.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ὑπουράνιος
-
6 ὑπουράνιος
ὑπ-ουράνιος, unter dem Himmel; bis an den Himmel reichend, himmelhoch -
7 υπουράνιον
-
8 ὑπουράνιον
-
9 ἁψίς
ἁψίς, ῖδος, ἡ, ion. ἀψίς (ἅπτω), 1) die Verknüpfung, λίνου ἀ ψῖδες, die Maschen des Garnes, Il. 5, 487, wie Opp. H. 4, 146. – Bei Hes. O. 426 ἄψιν, in äol. Form, die Choorobosc. B. A. p. 1207 ausdrücklich bemerkt, Radfelge, wie Her. 4, 72; Eur. Hipp. 1233; vgl. Ion. 88; Hesych. τὰ κύκλα τῶν τροχῶν; – κ ύκλος ἁψῖδος, die Töpferscheibe, Nicaenet. 2 (Plan. 191); – kom., κάμπτει δὲ νέας ἁψῖδας ἐπῶν Ar. Thesm. 53, nach dem Schol. παρὰ τῶν οἰκοδομούντων, an die gewöhnlichste Bdtg des Wortes, Gewölbe, anknüpfend, wie es Byz. an. 3 (IX. 696) steht u. Dio C. ἁψὶς τροπαιοφόρος für Triumphbogen braucht. – Bes. das Himmelsgewölbe, ὑπουράνιος Plat. Phaedr. 247 b; ἂν Φαέϑων πυμάτην ἁψῖδα διφρεύῃ Archestrat. bei Ath. VII, 326 b; οὐρανίην ἁψῖδα ἱκάνειν Ep. ad. 575 (IX, 208); vgl. Luc. Bis acc. 33.
-
10 υπουρανίου
-
11 ὑπουρανίου
-
12 υπουρανίους
-
13 ὑπουρανίους
-
14 υπουρανίων
-
15 ὑπουρανίων
-
16 υπουράνια
-
17 ὑπουράνια
-
18 υπουράνιοι
-
19 ὑπουράνιοι
См. также в других словарях:
ὑπουράνιος — under heaven masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υπουράνιος — ον, θηλ. και ία, ΜΑ αυτός που φτάνει ώς τον ουρανό, ουρανομήκης («ὑπουράνιον κλέος», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. αυτός που βρίσκεται κάτω από τον ουρανό, κάτω από το στερέωμα («ὑπουρανίων πετεηνῶν», Ομ. Ιλ.) 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ ὑπουράνιοι οι θεοί … Dictionary of Greek
ὑπουράνιον — ὑπουράνιος under heaven masc/fem acc sg ὑπουράνιος under heaven neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουρανίου — ὑπουράνιος under heaven masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουρανίους — ὑπουράνιος under heaven masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουρανίων — ὑπουράνιος under heaven masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουράνια — ὑπουράνιος under heaven neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπουράνιοι — ὑπουράνιος under heaven masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)