Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

ὑποτυπώσασθαι

См. также в других словарях:

  • ὑποτυπώσασθαι — ὑποτυπόω sketch out aor inf mid ὑποτυπόω sketch out aor inf mid …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποτυπώνω — ὑποτυπῶ, όω, ΝΜΑ [ὑπότυπος] σχεδιάζω κάτι σε γενικές γραμμές, σκιαγραφώ (α «υποτυπώνω πρόχειρο σχέδιο τής οικοδομής» β «τὴν συγγραφὴν ὑποτυπώσασθαι καὶ γράψαι», πάπ. γ. «ταῡτα ὑπετυπώθη κεφαλαιωδῶς», Πολ.) μσν. σχηματίζω μια ιδέα, φαντάζομαι ||… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»