-
1 υποσυμβόλων
-
2 ὑποσυμβόλων
См. также в других словарях:
ὑποσυμβόλων — ὑποσύμβολος veiled under symbols masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 υποσυμβόλων
2 ὑποσυμβόλων
ὑποσυμβόλων — ὑποσύμβολος veiled under symbols masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)