-
1 υπορχήματος
-
2 ὑπορχήματος
См. также в других словарях:
ὑπορχήματος — ὑπόρχημα song accompanied by dancing and pantomimic action neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πυρρίχιος — Λεγόταν και πυρρίχη. Σπαρτιατικός μιμητικός πολεμικός χορός, ίσως ένα είδος υπορχήματος. Εικάζεται πως η προέλευσή του ήταν δωρική και πως ήρθε από την Κρήτη. Ο π. ήταν ουσιαστικά χορευτική απομίμηση μάχης, και τη χόρευαν με τη συνοδεία αυλού ή… … Dictionary of Greek