Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ὑπομίγνυμι

См. также в других словарях:

  • υπομίγνυμι — και ὑπομείγνυμι Α [μίγνυμι / μείγνυμι] 1. προσθέτω κάτι με ανάμιξη, αναμιγνύω σε κάτι («ἐξ ὀξέος καὶ ἁλμυροῡ ξυνθεὶς ζύμωμα ὑπομείξας αὐτοῑς», Πλάτ.) 2. μτφ. α) (αμτβ.) πλησιάζω μια περιοχή χωρίς να γίνω αντιληπτός («ὡς εἶχον τάχους ὑπομείξαντες… …   Dictionary of Greek

  • ὑπομεμειγμένον — ὑπομίγνυμι perf part mp masc acc sg ὑπομίγνυμι perf part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομειγνῦσα — ὑπομίγνυμι pres part act fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομείξαντες — ὑπομίγνυμι aor part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομῖξαι — ὑπομίγνυμι aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομίσγειν — ὑπομίγνυμι pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομιγνύουσι — ὑπομῑγνύουσι , ὑπομίγνυμι pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ὑπομῑγνύουσι , ὑπομίγνυμι pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπομείγνυμι — Α (δ. γρφ.) βλ. ὑπομίγνυμι …   Dictionary of Greek

  • ὑπομείξας — ὑπομείξᾱς , ὑπομίγνυμι aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομιγνύντας — ὑπομῑγνύντας , ὑπομίγνυμι pres part act masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπομιγνύς — ὑπομῑγνύ̱ς , ὑπομίγνυμι pres part act masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»