-
1 ὑποκουρίζομαι
1 murmurἅλικες οἷα παρθένοι φιλέοισιν ἑταῖραι ἑσπερίαις ὑποκουρίζεσθ' ἀοιδαῖς P. 3.19
-
2 ὑποκουρίζομαι
ὑποκουρίζομαι, dialect-form of ὑποκορίζομαι,A coax or soothe with soft names, ἑσπερίαις ὑ. ἀοιδαῖς, of the serenades sung by girls on the evening of a friend's marriage, Pi.P.3.19; cf. Hsch. s.v. κουριζομέναις.—Suid. cites [voice] Act. with the expl. κολακεύω.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποκουρίζομαι
-
3 υποκουρίζεσθ'
ὑ̱ποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres imperat mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres imperat mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθαι, ὑποκουρίζομαιcoax: pres inf mpὑποκουρίζεσθαι, ὑποκουρίζομαιcoax: pres inf mpὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic)ὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) -
4 ὑποκουρίζεσθ'
ὑ̱ποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres imperat mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres imperat mp 2nd plὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: pres ind mp 2nd plὑποκουρίζεσθαι, ὑποκουρίζομαιcoax: pres inf mpὑποκουρίζεσθαι, ὑποκουρίζομαιcoax: pres inf mpὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic)ὑποκουρίζεσθε, ὑποκουρίζομαιcoax: imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) -
5 υποκουρίζεσθαι
-
6 ὑποκουρίζεσθαι
-
7 υποκουρίζω
-
8 ὑποκουρίζω
-
9 ὑποκορίζομαι
Aὑπεκορισάμην Aristid.1.493
J., Charito 3.7: in dialects ὑποκουρίζομαι (q. v.).I trans., call by endearing names, of lovers, νηττάριον ἂν καὶ φάττιον ὑπεκορίζετο he would call me coaxingly little duck and little dove, Ar.Pl. 1011; ψυχὴν ὑ. τινά call him dear soul, Plu.2.692e;τὴν Ἑκάλην ἐτίμων, Ἑκαλίνην ὑποκοριζόμενοι Id.Thes.14
; [Κωλώτην] Ἐπίκουρος εἰώθει Κωλωτάραν ὑ. καὶ Κωλωτάριον Id.2.1107e
; τὸν πύκτην Ἡρακλείδην Ἡρακλοῦν ὑπεκορίζοντο ib.624b, cf. Ath.13.585f.2 call by a soft name, esp. call something bad by a fair name, gloss over,εὐηθείᾳ.. ἣν ἄνοιαν οὖσαν ὑποκοριζόμενοι καλοῦμεν Pl.R. 400e
; ἐραστοῦ ὑποκοριζομένου καὶ εὐχερῶς φέροντος τὴν ὠχρότητα ib. 474e; ὑποκοριζόμενοι, ὕβριν μὲν εὐπαιδευσίαν καλοῦντες κτλ. ib. 560e; δουλείαν Φιλίππῳ ξενίαν καὶ ἑταιρίαν καὶ τοιαῦθ' ὑποκοριζόμενοι calling their slavery by the fair names of friendship, etc., D.19.259; fuga quam tu peregrinationemὑποκοπίζη Cic.Att.9.10.4
;προθυμίας τὰς ἐπιθυμίας ὑ. Plu.2.449a
, cf. 56d, Sol.15, Aristid.2.112 J., etc.;ὑ. καὶ σκώπτει θάνατον Arr.Epict.4.1.166
.3 reversely, call something good by a bad name, οἱ μὲν φίλοι καλοῦσί με Εὐδαιμονίαν, οἱ δὲ μισοῦντες ὑποκοριζόμενοι ὀνομάζουσί με Κακίαν but my enemies nickname me Vice, X.Mem.2.1.26 (unless ὑποκοριζόμενοι has been transposed from the former clause).4 make a pretence of, imitate, mimic,φθέγμα Philostr. VS2.10.2
:—[voice] Pass., pretended,Anon.
ap. Suid.II intr., use diminutives, Arist.Rh. 1405b28.III [voice] Act. (signf. 11 ) first in Dam.Isid.76, Eust.1196.13:—[voice] Pass., to become in the diminutive form,τὸ γῄδιον -ιζόμενον ἐφύλαξε τὸ η ¯ τοῦ γῆ A.D. Adv.174.27
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποκορίζομαι
См. также в других словарях:
υποκουρίζομαι — και σπάν. ενεργ. τ. ὑποκουρίζω Α ιων. τ. 1. υμνώ, εγκωμιάζω χρησιμοποιώντας εύφωνες και κολακευτικές λέξεις («παρθένοι φιλέοισιν ἑταῑραι έσπερίαις ὑποκουρίζεσθ ἀοιδαῑς», Πίνδ.) 2. κολακεύω, καλοπιάνω 3. (το ενεργ.) (κατά το λεξ. Σούδα)… … Dictionary of Greek
ὑποκουρίζεσθαι — ὑποκουρίζομαι coax pres inf mp ὑποκουρίζομαι coax pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποκουρίζω — ὑποκουρίζομαι coax pres subj act 1st sg ὑποκουρίζομαι coax pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποκουρίζεσθ' — ὑ̱ποκουρίζεσθε , ὑποκουρίζομαι coax imperf ind mp 2nd pl ὑποκουρίζεσθε , ὑποκουρίζομαι coax pres imperat mp 2nd pl ὑποκουρίζεσθε , ὑποκουρίζομαι coax pres ind mp 2nd pl ὑποκουρίζεσθε , ὑποκουρίζομαι coax pres imperat mp 2nd pl ὑποκουρίζεσθε ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)