Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὑπερ-βρῑθής

См. также в других словарях:

  • καταβριθής — καταβριθής, ές (Α) 1. φορτωμένος, πιεζόμενος 2. φορτικός, ενοχλητικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + βριθής (< βρίθος «βάρος»), πρβλ. εμ βριθής, υπερ βριθής] …   Dictionary of Greek

  • λιποβριθής — ές γεμάτος λίπη, λιπαρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < λίπος + βριθής (< βρίθω «φουσκώνω, γεμίζω»), πρβλ. σιδηρο βριθής, υπερ βριθής] …   Dictionary of Greek

  • περιβριθής — ές, Α πολύ βαρύς. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + βριθής (< βρῖθος «βάρος» < βρίθω), πρβλ. υπερ βριθής] …   Dictionary of Greek

  • υπερβριθής — ές, Α βαρυφορτωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + βριθής (< βρῖθος < βρίθω «είμαι γεμάτος»), πρβλ. ἐπι βριθής] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»