Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὑπερπυππάζω

См. также в других словарях:

  • υπερπυππάζω — Α (κατά τα Ανέκδοτα Βεκκήρου) αναφωνώ με θαυμασμό που ξεπερνά τα συνηθισμένα και φυσιολογικά μέτρα («οἱ δ ὑπερεπῄνουν ὑπερεπύππαζόν τέ με ἅπαντες», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + πυππάζω «αναφωνώ με θαυμασμό» (< πύππαξ «επιφώνημα… …   Dictionary of Greek

  • ὑπερεπύππαζον — ὑπερπυππάζω acclaim beyond measure imperf ind act 3rd pl ὑπερπυππάζω acclaim beyond measure imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπερπυππάζειν — ὑπερπυππάζω acclaim beyond measure pres inf act (attic epic) ὑπερπυππάζω acclaim beyond measure pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπερεπυππάζοντο — ὑπερπυππάζω acclaim beyond measure imperf ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»