-
1 υομουσία
ὑομουσίᾱ, ὑομουσίαswine's music: fem nom /voc /acc dualὑομουσίᾱ, ὑομουσίαswine's music: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
2 ὑομουσία
ὑομουσίᾱ, ὑομουσίαswine's music: fem nom /voc /acc dualὑομουσίᾱ, ὑομουσίαswine's music: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
3 ὑομουσία
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑομουσία
-
4 υομουσίας
ὑομουσίᾱς, ὑομουσίαswine's music: fem acc plὑομουσίᾱς, ὑομουσίαswine's music: fem gen sg (attic doric aeolic) -
5 ὑομουσίας
ὑομουσίᾱς, ὑομουσίαswine's music: fem acc plὑομουσίᾱς, ὑομουσίαswine's music: fem gen sg (attic doric aeolic)
См. также в других словарях:
ὑομουσία — ὑομουσίᾱ , ὑομουσία swine s music fem nom/voc/acc dual ὑομουσίᾱ , ὑομουσία swine s music fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υομουσία — ἡ, Α απαιδευσία στα σχετικά με τη μουσική. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὗς, ὑός «χοίρος» + μουσία (< μουσος < μοῦσα), πρβλ. φιλο μουσία] … Dictionary of Greek
ὑομουσίας — ὑομουσίᾱς , ὑομουσία swine s music fem acc pl ὑομουσίᾱς , ὑομουσία swine s music fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)