Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὑμνῳδία

См. также в других словарях:

  • ὑμνῳδία — ὑμνῳδίᾱ , ὑμνῳδία singing of a hymn fem nom/voc/acc dual ὑμνῳδίᾱ , ὑμνῳδία singing of a hymn fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνῳδίᾳ — ὑμνῳδίαι , ὑμνῳδία singing of a hymn fem nom/voc pl ὑμνῳδίᾱͅ , ὑμνῳδία singing of a hymn fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υμνωδία — η / ὑμνῳδία, ΝΜΑ [υμνωδός] το να άδει κάποιος ύμνο, ψαλμωδία νεοελλ. 1. συλλογή εκκλησιαστικών ύμνων 2. μουσ. λόγιος ελληνικός όρος για το ορατόριο νεοελλ. μσν. εκκλησιαστικός ύμνος αρχ. 1. λυρικό ποίημα 2. προφητική ωδή, χρησμωδία …   Dictionary of Greek

  • υμνωδία — η 1. ψαλμωδία: Ακούονται υμνωδίες. 2. εκκλησιαστικός ύμνος, θρησκευτικό τραγούδι: Στη Θεία Λειτουργία ακούμε υμνωδίες. 3. ορατόριο (βλ. λ.). 4. συλλογή εκκλησιαστικών ύμνων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑμνῳδίας — ὑμνῳδίᾱς , ὑμνῳδία singing of a hymn fem acc pl ὑμνῳδίᾱς , ὑμνῳδία singing of a hymn fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνῳδίαι — ὑμνῳδία singing of a hymn fem nom/voc pl ὑμνῳδίᾱͅ , ὑμνῳδία singing of a hymn fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνῳδίαν — ὑμνῳδίᾱν , ὑμνῳδία singing of a hymn fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνωιδίαις — ὑμνῳδία singing of a hymn fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνῳδιῶν — ὑμνῳδία singing of a hymn fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνῳδίαις — ὑμνῳδία singing of a hymn fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑμνωιδίας — ὑμνωιδίᾱς , ὑμνῳδία singing of a hymn fem acc pl ὑμνωιδίᾱς , ὑμνῳδία singing of a hymn fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»