-
1 υλαγμούς
-
2 ὑλαγμούς
См. также в других словарях:
ὑλαγμούς — ὑλαγμός barking masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 υλαγμούς
2 ὑλαγμούς
ὑλαγμούς — ὑλαγμός barking masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)