Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Ὄρθρους

См. также в других словарях:

  • Ὄρθρους — Ὄρθρος the time just before masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὄρθρους — ὄρθρος the time just before masc acc pl ὀρθρόω imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγιολογία — Ο ιστορικός κλάδος της θεολογικής επιστήμης που ασχολείται με τους βίους των αγίων. Πρώτη απόπειρα αγιολογικής συγγραφής αποτελούν οι Πράξεις των Αποστόλων, που τις ακολούθησαν, εξαιτίας των διωγμών, οι συλλογές βίων μαρτύρων, όπως π.χ. οι… …   Dictionary of Greek

  • Ανατολικά — Τροπάρια τα οποία ψάλλονται κατά τη μεταπασχαλινή περίοδο. Από αυτά, τέσσερα ψάλλονται κάθε Σάββατο στον μεγάλο εσπερινό (μετά τα αναστάσιμα τροπάρια) και άλλα τέσσερα κάθε Κυριακή στον όρθρο (μετά τα αναστάσιμα τροπάρια των Αίνων). Τα ίδια… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»