Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Ὀρχομένου

См. также в других словарях:

  • Ὀρχομενοῦ — Ὀρχομενός side with the Orchomenians masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀρχομένου — Ὀρχόμενος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Θήβας — Το Μουσείο της Θήβας (Θρεψιάδου 1, πλατεία Κεραμοπούλου) στεγάζει μια αντιπροσωπευτική συλλογή ευρημάτων του νομού Βοιωτίας, που καλύπτουν χρονικά όλη την περίοδο της πλούσιας προϊστορίας και ιστορίας αυτού του σημαντικού για την ιστορία της… …   Dictionary of Greek

  • Orchomenos — Gemeinde Orchomenos Δήμος Ορχομενού (Ορχομενός) …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Gemeinden Griechenlands — Griechenland gliedert sich seit dem 1. Januar 2011 in 13 Regionen und 325 Gemeinden. Durch das Kallikratis Gesetz wurden 240 Gemeinden durch Zusammenschluss zuvor bestehender kleinerer Gemeinden neu gebildet. Außer Kreta und Euböa sind die… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste des communes de Grèce — Avertissement : les traductions du nom des différentes nouvelles entités administratives sont à prendre avec précaution, les dénominations n étant selon toute vraisemblance pas officiellement fixées en français. Voir l avertissement en tête… …   Wikipédia en Français

  • Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • Ορχομένιος — ο, θηλ. Ορχομένια (Α Ὀρχομένιος και Ἐρχομένιος και Ἐρχομίνιος) [Ορχομενός] ο κάτοικος τού Ορχομενού ή αυτός που κατάγεται από τον Ορχομενό …   Dictionary of Greek

  • Ορχομενός — I Όνομα τριών μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Θυέστη, τον οποίο έσφαξε ο Ατρεύς μαζί με τους αδελφούς Καλαό και Αγλαό. 2. Γιος του Μινύα, γενάρχης των Μινυών, από τον οποίο πήρε την ονομασία της η ομώνυμη πόλη της Βοιωτίας, που ήταν πρωτεύουσα… …   Dictionary of Greek

  • Τιτυός — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γίγαντας, γιος της Γαίας ή της Ελάρας. Κατά την επικρατέστερη άποψη ήταν γιος της Eλάρας και του Δία, αλλά επειδή ο θεός τον έκρυψε, όταν ήταν βρέφος, στα σπλάχνα της Γης (Γαίας), θεωρήθηκε ότι ήταν γιος της. Ο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»